Απόψεις | 27.04.2023 07:45

Δεν είναι η οικονομία προνομιακό πεδίο για τη Νέα Δημοκρατία

Αντώνης Σαουλίδης

Παραμορφωτικοί καθρέπτες, συσκότιση μεγεθών και εξελίξεων, προπαγανδιστικοί μηχανισμοί – όλα επιστρατεύονται στο δρόμο προς τις εκλογές για να πείσουν για την ορθότητα και την επιτυχία των επιλογών και των πολιτικών, ιδιαίτερα στον τομέα της οικονομίας.

Η Νέα Δημοκρατία εξελέγη κυβέρνηση με συγκεκριμένο πρόγραμμα για την οικονομία, έχοντας διαδεχθεί τον ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ που θέλοντας και μη – λόγω δικών του στρατηγικών επιλογών που οδήγησαν στο τρίτο και δυσβάσταχτο μνημόνιο – ήταν αναγκασμένος να ασκήσει περιοριστική οικονομική πολιτική, χωρίς μεγάλα δημοσιονομικά περιθώρια. Μετά το τέλος της εποχής των μνημονίων, αλλά στην αρχή ακόμη της πολυετούς επιτήρησης, οι συνθήκες μεταβλήθηκαν. Ιδιαίτερα η πανδημία και η συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας στήριξης όλων των δυτικών ευρωπαϊκών οικονομιών και κοινωνιών δημιούργησε ένα πλαίσιο χαλαρής δημοσιονομικής πολιτικής, που όμοιό του η χώρα δεν είδε από το 2009 και μετά.

To 2018 είχε διαμορφωθεί ένας οδικός χάρτης για το δημόσιο χρέος – μια ρύθμιση για τα επόμενα 14 χρόνια. Σήμερα έχουμε 2023 και ο στόχος της ελληνικής οικονομίας είναι η επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξης του 2% ετησίως ώστε να είμαστε σε θέση να πληρώνουμε και τους τόκους. Παραμένουμε χώρα υψηλού χρέους και όταν αλλάξει ο χαλαρός δημοσιονομικός άνεμος που πνέει σε όλη την Ευρώπη θα βρεθούμε πάλι στη δίνη των εξελίξεων εάν δεν προνοήσουμε. Αυτός ο στόχος είναι απαιτητικός και σύνθετος – δεν είναι εύκολος, δεν μπορεί να επιτευχθεί σε στενότητα χρόνου. Οι πολιτικές πρέπει να σχεδιαστούν σήμερα, να εφαρμοστούν αύριο για να αποδώσουν εντός του χρονικού ορίζοντα που έχουμε μπροστά μας.

Πάμε τώρα να δούμε την πραγματικότητα. Το δημόσιο χρέος διογκώθηκε στα 400 δις αλλά για την ώρα η εικόνα είναι διαχειρίσιμη καθώς λόγω πληθωρισμού ο λόγος προς το ονομαστικό ΑΕΠ εμφανίζεται βελτιωμένος. Από την άλλη, η κατάσταση στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών  είναι ανησυχητική καθώς το 2019 το έλλειμμα ήταν στα 2,7 δις, το 2020 ανήλθε στα 10,96, το 2021 στα 12,3, για δε το 2022 αναμένεται η εκτόξευσή του στα 20 δις Ευρώ. Έχει αξία να θυμόμαστε πάντοτε την διετία του εκτροχιασμού, το 2007 – 2008 με τη Νέα Δημοκρατία και τότε στην εξουσία όπου το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών κατέγραψε ρεκόρ ελλείμματος, 14,2% του ΑΕΠ και 14,3% αντίστοιχα, πάνω δηλαδή από 72 δις Ευρώ. Αυτή ήταν και η γενεσιουργός αιτία της μετέπειτα αδυναμίας πληρωμών που βρέθηκε η χώρα μας.

Η επενδυτική βαθμίδα ακόμη δεν έχει ανακτηθεί παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις. Στο μέτωπο του πληθωρισμού, παρά την αποκλιμάκωση παραμένει ιδιαίτερα υψηλός στα τρόφιμα/αγαθά πρώτης ανάγκης και πλήττει περισσότερο τους ευάλωτους. Εδώ έχει αξία να γνωρίζουμε ότι το ύψος του πληθωρισμού δεν οφείλεται στο μισθολογικό κόστος αλλά στην μεγαλύτερη κερδοφορία των επιχειρήσεων, γεγονός που αφενός ενίσχυσε τις ανισότητες και αφετέρου καθιστά το ζήτημα της αναδιανομής πρώτιστης σημασίας πολιτικό ζήτημα. Σε ό,τι αφορά στη φορολογία ο λόγος φόρων προς ΑΕΠ έχει ανέβει κατά 2%. Η χώρα μας συνεχίζει να έχει εξαιρετικά υψηλούς συντελεστές των έμμεσων φόρων – που είναι και οι πιο άδικοι κοινωνικά. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης στην αμόλυβδη είναι δύο φορές μεγαλύτερος από τον ελάχιστο φόρο που εφαρμόζεται στην Ε.Ε., ο ειδικός φόρος στο πετρέλαιο θέρμανσης είναι 14 φορές μεγαλύτερος, ενώ ο βασικός συντελεστής του ΦΠΑ (24%) συγκαταλέγεται στους 3-4 υψηλότερους στην Ευρώπη.

Σε σχέση με το νέο παραγωγικό μοντέλο, μια συζήτηση που ποτέ δεν μεταφράζεται σε δημόσιες πολιτικές και παραμένει δραματικά επίκαιρη, δεν γίνεται τίποτε σπουδαίο. Αλλαγές σε κράτος και οικονομία, μεταρρυθμίσεις, λειτουργικοί εκσυγχρονισμοί, ταχύτητα στην απονομή δικαιοσύνης, αναδιάρθρωση της Δημόσιας Διοίκησης – όλα αναζητούνται.

Σε ό,τι αφορά στο Ταμείο Ανθεκτικότητας και Ανάκαμψης η προσέγγιση της Νέας Δημοκρατίας δεν έδωσε σημασία στις δημόσιες επενδύσεις, δεν δίνει βαρύτητα στις κοινωνικές υποδομές - κατοικία, παιδεία, υγεία.

Τέλος οι όποιες ξένες επενδύσεις γίνονται με κεφάλαια του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και αφορούν την αγορά ακινήτων και όχι τόσο επενδύσεις με πολλαπλασιαστικά οφέλη και συμβολή στην αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου. Το κατά κεφαλήν εισόδημα της Ελλάδας το 2022 παραμένει χαμηλότερο κατά 16% αυτού του 2007 και Νέα Δημοκρατία με ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνησαν τη χώρα σχεδόν μια δεκαετία.

εκλογές 2023ειδήσεις τώραεκλογέςΝέα Δημοκρατία