Απόψεις | 12.03.2019 16:44

Οι απτάληδες και οι άρατοι της πολιτικής

Σπύρος Σεραφείμ

Ιδίως στην ελληνική πολιτική σκηνή… Απτάλης είναι ο ηλίθιος, ο «υπερβαλλόντως βλαξ», στο «Μέγα λεξικόν όλης της ελληνικής γλώσσης» του ∆ηµητράκου. Είναι και ο ασουλούπωτος, και ο άξεστος. Ετυµολογείται από το τουρκικό «aptal», που προέρχεται από το «abdal», λέξη πολύ σηµαντική στη θεοσοφία των σούφι. Οι αµπντάλ είναι σαράντα άγιοι, ο πέµπτος βαθµός της ιεραρχικής τάξης των αγίων του σουφισµού, οι οποίοι -σύµφωνα µε τη µυστικιστική, ασκητική, ισλαµική κοινότητα- συµβάλλουν στη διατήρηση της τάξης του Σύµπαντος.

Πρόκειται για πληθυντικό της λέξης «badal», που έχει πολλές σηµασίες, µεταξύ των οποίων και «άγιος». «Αµπντάλ», όµως, είναι και ο δερβίσης. Ενδιαφέρον είναι ότι όταν η λέξη «abdal» έπαψε να εκλαµβάνεται ως πληθυντικός, σχηµάτισε νέο πληθυντικό: «budala», απ’ όπου ο δικός µας «µπουνταλάς».

Ηδη στα τουρκικά, η έννοια του «ένθεου τρελού» είχε ως αποτέλεσµα η λέξη «aptal» -σύµφωνα µε το βιβλίο του Νίκου Σαραντάκου «Λέξεις που χάνονται»- να πάρει τη σηµασία του ηλίθιου, µε την οποία πέρασε και σε άλλες βαλκανικές γλώσσες (π.χ. σερβικά). Μάλλον από τους δερβίσηδες, απτάλικος είναι η ονοµασία ενός γρήγορου χορού. Απτάλικο ζεϊµπέκικο, για παράδειγµα, είναι το ρεµπέτικο «Κάτω στα λεµονάδικα» του Βαγγέλη Παπάζογλου. Επειδή δεν είναι φανερή η σχέση µε τον απτάλη, κάποιοι είχαν υποθέσει ότι η ονοµασία του χορού προέρχεται από την Αττάλεια.

Αρατος σηµαίνει αόρατος, άφαντος. Ο Βάρναλης στο «Φως που καίει» γράφει: «Εχάθη ο ήλιος άρατος». Η λέξη συνήθως είναι εύχρηστη στη φράση «έγινε άρατος», δηλαδή εξαφανίστηκε, τράπηκε σε φυγή – που ακόµα ακούγεται, ιδίως στην Πελοπόννησο και την Ηπειρο. Η φράση γεννήθηκε από ένα εκκλησιαστικό δρώµενο: ο επίσκοπος µπροστά στην πύλη της εκκλησίας φωνάζει «άρατε πύλας, οι άρχοντες υµών» και ένας ιερέας που βρίσκεται µέσα στον ναό και υποκρίνεται τον διάβολο τρέπεται σε φυγή.

Κάτι παρόµοιο γίνεται και κατά την επάνοδο στον ναό µετά την Ανάσταση, στο προαύλιο. Αυτό το «άρατε πύλας» παρερµηνεύθηκε και γεννήθηκε η φράση «έγινε άρατος πύλατος», για όποιον το βάζει στα πόδια – και συχνότερα το σκέτο «έγινε άρατος». Τώρα, µπορείτε εύκολα να σκεφτείτε πόσους απτάληδες και άρατους πολιτικούς γνωρίζετε...

εκλογέςάρατοςαπτάλης