Αθλητισμός | 06.03.2020 12:51

Το ΣτΕ επιστρέφει το διαβατήριο στον Βαγγέλη Μαρινάκη

Newsroom

Με δυο αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας καλούνται οι αστυνομικές αρχές να επιστρέψουν στον Βαγγέλη Μαρινάκη το διαβατήριο του, ανατρέποντας την προηγούμενη απόφαση τμήματος του δικαστηρίου. Η απόφαση επιστροφής του διαβατηρίου πάρθηκε κατά πλειοψηφία, με την μειοψηφία εννέα συμβούλων να υποστηρίζει ότι ο εφοπλιστής μπορεί να κυκλοφορεί ελεύθερα εντός ΕΕ με την αστυνομική του ταυτότητα.

Η υπόθεση έφτασε στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο πριν από μερικούς μήνες, όταν το Δ´ τμήμα του έκρινε πως δεν πρέπει να του επιστραφεί το διαβατήριο παρά την άρση του όρου απαγόρευσης εξόδου από την χώρα που είχε επιβληθεί στον επιχειρηματία μετά την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος του για αδικήματα σε βαθμό κακουργήματος και την επιβολή του περιοριστικού όρου της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα. 

Ωστόσο, το τμήμα είχε παραπέμψει για οριστική κρίση στην Ολομέλεια του ΣτΕ, το οποίο έκρινε μεταξύ άλλων στην 358/2020 απόφαση του ότι «παρίσταται μη νόμιμη η αιτιολογία της προσβαλλομένης πράξεως, με την οποία απερρίφθη από τον Διευθυντή της Διευθύνσεως Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας το αίτημα αποδόσεως του αφαιρεθέντος διαβατηρίου του αιτούντος, λόγω ασκήσεως ποινικής διώξεως σε βαθμό κακουργήματος , καθώς μετά την έκδοση του βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Πειραιώς, με το οποίο δεν επικυρώθηκε η διάταξη της Εισαγγελέως Πρωτοδικών Πειραιώς περί επιβολής στον αιτούντα του περιοριστικού όρου της απαγορεύσεως εξόδου από τη Χώρα, η Διοίκηση υπεχρεούτο να επιστρέψει σε αυτόν το διαβατήριο του».

Η Ολομέλεια του ΣτΕ με τις αποφάσεις 357/2020 και 358/2020 έκανε δεκτές τις αιτήσεις ακυρώσεως του εφοπλιστή και ακυρώθηκε η απόρριψη αιτήματος χορηγήσεως διαβατηρίου και επιστροφής αφαιρεθέντος διαβατηρίου αντιστοίχως. Κατά πλειοψηφία οι Σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν ότι «οι ορισμοί του π.δ/τος 25/2004 για τη μη χορήγηση ή αφαίρεση από την αρμόδια διοικητική αρχή διαβατηρίου σε περίπτωση ασκήσεως, από το αρμόδιο δικαστικό όργανο, ποινικής διώξεως για κακούργημα ή για ορισμένα πλημμελήματα, είναι συνταγματικώς κατ’ αρχήν ανεκτή» αναφέρει η απόφαση.

Ωστόσο, όπως επισημαίνουν οι Σύμβουλοι

«η παρεχόμενη με τις εν λόγω διατάξεις αρμοδιότητα του διοικητικού οργάνου έχει ως συνταγματικό όριο την τυχόν περαιτέρω εκφερόμενη αντίθετη κρίση του αρμόδιου δικαστικού οργάνου.  Εάν, δηλαδή, το δικαστικό όργανο, εκκρεμούσης της ποινικής διώξεως για κακούργημα, χωρήσει σε περαιτέρω δικονομικές διαδικασίες και ενέργειες και κρίνει τυχόν, εν όψει των νεότερων δεδομένων, ότι δεν δικαιολογείται πλέον η διατήρηση σε ισχύ του μέτρου της απαγορεύσεως εξόδου από τη χώρα και, κατά συνεκδοχή η μη χορήγηση ή η αφαίρεση του διαβατηρίου, δεν είναι, κατά το Σύνταγμα, νοητή η εν τούτοις διατήρηση του μέτρου ευθέως εκ του νόμου ή με πράξη διοικητικού οργάνου».

Στο σκεπτικό της απόφασης, οι δικαστές χαρακτηρίζουν «άτοπο» το να έχει αρθεί ο όρος απαγόρευσης εξόδου από την χώρα, αλλά να μην γίνεται επιστροφή διαβατηρίου:

«Πράγματι, στην περίπτωση αυτή, θα συνέτρεχε το άτοπο να έχει κριθεί με πράξη δικαστικού οργάνου, κατόπιν εξατομικευμένης κρίσεως, ότι δεν συντρέχουν, για μια συγκεκριμένη πράξη, τιμωρούμενη σε βαθμό κακουργήματος, οι κατά το Σύνταγμα και τον νόμο προϋποθέσεις για την διατήρηση του απαγορευτικού της ελεύθερης κυκλοφορίας Έλληνα και Ευρωπαίου πολίτη μέτρου, αλλά παρά ταύτα, το μέτρο να διατηρείται σε ισχύ, και μάλιστα για αόριστο χρόνο, είτε ευθέως εκ του νόμου, είτε δυνάμει διοικητικής πράξεως.

Άλλωστε και η υπό το άρθρο 5 παρ.4 του Συντάγματος ερμηνευτική δήλωση αναφέρεται ρητά σε « απαγόρευση της εξόδου με πράξη εισαγγελέα, εξαιτίας ποινικής δίωξης», ενώ ρητά και το ίδιο το πδ 25/2004 ορίζει στο άρθρο 1 παρ.3 , ότι «κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η χορήγηση διαβατηρίου σε πολίτη που εμπίπτει σε απαγόρευση της προηγούμενης παραγράφου, α)σε περίπτωση που με δικαστική απόφαση ή εισαγγελική διάταξη αίρεται προσωρινά η απαγόρευση εξόδου από τη Χώρα...», χωρίς να συντρέχει περίπτωση στενής ερμηνείας της εν λόγω διάταξης, διότι αυτή, έστω και ως εξαιρετική, αναφέρεται σε ουσιώδη περιορισμό θεμελιώδους ατομικού δικαιώματος, κατοχυρούμενου από το Σύνταγμα, χωρίς , μάλιστα να περιέχει οποιαδήποτε αντίθετη γραμματική ένδειξη».

Η μειοψηφία

Εννέα σύμβουλοι Επικράτειας έκριναν ότι δεν επιβάλλεται η επιστροφή του διαβατηρίου καθώς ο επιχειρηματίας μπορεί να κυκλοφορεί ελεύθερα εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης με την ταυτότητα του. Η πλειοψηφία όμως εξηγεί ότι «δεν ασκούν επιρροή οι διατάξεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως για την δυνατότητα ελεύθερης κυκλοφορίας των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως εντός των ορίων της Ενώσεως με μόνη την επίδειξη του δελτίου αστυνομικής ταυτότητος, διότι εν προκειμένω κατ’ ουδένα τρόπο τίθεται το ζήτημα αυτό αλλά το διαφορετικό ζήτημα της εννοίας εθνικών συνταγματικών και νομοθετικών διατάξεων για τη δυνατότητα περιορισμού της ελεύθερης κυκλοφορίας ευρωπαίων πολιτών με βάση διατάξεις του εσωτερικού δικαίου.  Μόνο δε αν οι εσωτερικού δικαίου αυτές διατάξεις εκρίνοντο, τυχόν, σύμφωνες με το εσωτερικό σύστημα κανόνων δικαίου, θα ανέκυπτε περαιτέρω το ζήτημα εάν είναι σύμφωνες και με τις διατάξεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως».

Τέλος με την 357/2020 απόφαση κρίθηκε ότι παρίσταται μη νόμιμη η αιτιολογία της προσβαλλομένης πράξεως, με την οποία απερρίφθη από τον Προϊστάμενο του Κλάδου Ασφαλείας της Διευθύνσεως Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας της Ελληνικής Αστυνομίας το αίτημα χορηγήσεως διαβατηρίου στον αιτούντα λόγω ασκήσεως ποινικής διώξεως σε βαθμό κακουργήματος, γιατί μετά την έκδοση της διατάξεως με την οποία ήρθη ο περιοριστικός όρος της απαγορεύσεως εξόδου από τη χώρα που είχε επιβληθεί στον αιτούντα με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, η Διοίκηση υπεχρεούτο να χορηγήσει διαβατήριο στον αιτούντα».

Βαγγέλης Μαρινάκης