Θέατρο|12.11.2022 18:11

Η νύχτα των μυστικών: Μια φαντασμαγορία τσέπης

Κατερίνα Πεσταματζόγλου

Ένα ζευγάρι, η Μιράντα και ο Κωνσταντίνος, εισέρχεται άθελά του στον μυστηριώδη κόσμο ενός τσίρκου, λίγο πριν αρχίσει η παράσταση. Υπογραμμίζω ότι το τσίρκο βρίσκεται κοντά σε λιμάνι και θα εξηγήσω παρακάτω γιατί στέκομαι εδώ.

Η μεγαλύτερη επιτυχία της παράστασης είναι αναμφίβολα η μετατροπή ενός θεάτρου 150 θέσεων πάνω κάτω, σε μια ατμοσφαιρική κυψέλη πρόσκαιρης μαγείας. Η σκηνοθέτις Αικατερίνη Παπαγεωργίου με βοηθό την Έφη Λεωνίδα, χτίζει μέσα σε λίγα τετραγωνικά ένα θεατρικό μικροσύμπαν αξιοποιώντας πρόσφορα μέσα όπως ο χορός, το τραγούδι, η παντομίμα, τα εντυπωσιακά υφάσματα, λίγα ακροβατικά, τεχνικές κλόουν, κτλ.

Η Αικ. Παπαγεωργίου μετά τους «Αστερισμούς» του Νικ Πέϊν σκηνοθετεί με δεξιοτεχνία το έργο του Άκη Δήμου στο θέατρο Μπέλλος, κάνοντας ένα τεράστιο άλμα: από μια παράσταση με δύο ηθοποιούς – και χωρίς σκηνικά-, αναλαμβάνει το συντονισμό έξι προσώπων σε ένα άκρως απαιτητικό έργο.

Το έργο 

Ένα κείμενο κρυπτικό, παραβολικό, υπερβατικό.

Στη σκηνή του τσίρκου ξεδιπλώνεται ένα μπερδεμένο κουβάρι προβληματικών καταστάσεων με βίαιες και χειριστικές συμπεριφορές, σχέσεις εξάρτησης και συμφέροντος, εγκλήματα. Παρ’ όλα αυτά οι πολυκύμαντες διαπροσωπικές σχέσεις δεν καταφέρνουν να βρουν κάθαρση και σταδιακά ατονεί η δυναμική τους εξαιτίας -κυρίως- της κειμενικής αμετροέπειας. Η ρήξη τους περνά σχεδόν αδιάφορα και η κατάληξή τους αποδυναμώνεται.

Στο τέλος μοιάζει με έργο χωρίς στόχο μολονότι το βασικό εργαλείο του συγγραφέα Άκη Δήμου, που εξυπηρετεί την κύρια προβληματική του έργου, είναι η διείσδυση ενός κόσμου μέσα σε έναν άλλον – ένα θέμα πάντα ενδιαφέρον. Η πεζή καθημερινότητα της Μιράντας και του Κωνσταντίνου (να σημειωθεί ότι ο Κωνσταντίνος τη μειώνει, τη χτυπά και την ποδηγετεί) εισδύει σε ένα σαγηνευτικό σύμπαν όπου ζει ένας Μάγος, μια γυναίκα φίδι, μία drag queen κι ένας βοηθός - ακροβάτης. Όλοι τους ταλαιπωρημένοι, φτωχοί καλλιτέχνες τσακισμένοι απ’ τη ζωή που παρά τα πενιχρά τους έσοδα παραμένουν πιστοί στην τέχνη τους από ανάγκη. Και η ανάγκη δεν οικονομική. Είναι πρωτίστως υπαρξιακή.

Γιατί η τέχνη τους μπορεί να τους προσφέρει μονάχα ολιγόλεπτη δόξα και ανεπαρκή έσοδα αλλά τους χαρίζει συγχρόνως, παρηγοριά. «Νάρκης του άλγους δοκιμές, εν Φαντασία καί Λόγω» γράφει ο Καβάφης στη «Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου» κι ας μου επιτραπεί η παράφραση «Εν Φαντασία και Θεάτρω», γιατί αυτός είναι ο λόγος που παραμένουν, η νάρκη του άλγους. Αυτό τους το «κίνητρο» έγινε εναργές στην τελευταία σκηνή όπου λαμβάνει χώρα η υποτιθέμενη παράσταση των καλλιτεχνών του τσίρκου κι έτσι κλείνουμε με μια σκηνή θεάτρου εν θεάτρω.

Παραπάνω τόνισα την τοποθεσία του τσίρκου. Γιατί ο Δήμου τοποθετεί το τσίρκο δίπλα σε λιμάνι; Τι συμβολίζει ένα λιμάνι; Ο Φουκώ λέει ότι είναι μια ετεροτοπία, ένας τόπος άτοπος. Όπως ακριβώς και το καράβι, που είναι ένας περίκλειστος, επιπλέων χώρος - ένας μικρός κόσμος δηλαδή- που εν μία νυκτί μπορεί να αλλάξει ημισφαίριο.

Η σκηνή του τσίρκου – όπως κάθε θεατρική σκηνή – συμπαραθέτει ετερόκλητους τόπους και βυθίζει μέσα τους τον θεατή, δίνοντας την αίσθηση ότι βρίσκονται για λίγο σε άλλη εποχή, σε άλλο μέρος, ακυρώνοντας την ύπαρξη και τη λογική του χωροχρόνου. Άλλη μια ετεροτοπία.

Τι κάνει ο Δήμου λοιπόν; Βάζει το κεντρικό ζευγάρι να έρχεται διά μέσου του λιμανιού - άρα να φέρνει τον αέρα του - και το ρίχνει στη σκηνή του τσίρκου. Παίρνει δηλαδή δύο ισχυρές ετεροτοπίες, τις αναμιγνύει και μέσα από μια ταραχώδη πρόσμειξη πλάθει τον μυσταγωγικό πυρήνα του έργου.

Σε αυτόν τον πυρήνα βουτά η βασανισμένη Μιράντα αφού η περιδιάβασή της στους κόλπους του τσίρκου εκτός από παυσίλυπο για την ίδια, λειτουργεί και ως μυητική τελετουργία μέσα στο μυστικιστικό περιβάλλον του παρηκμασμένου τσίρκου. Ας αναλογιστούμε τώρα ότι σύμφωνα με τον Μίρτσεα Ελιάντε οι μυητικές τελετουργίες συμβολίζουν την επιστροφή στη μήτρα του κόσμου (regressus ad uterum) κι η επιστροφή αυτή λειτουργεί σαν αναβαπτισμός. Άρα με αυτόν τον τρόπο σηματοδοτείται μια νέα εκκίνηση.

Το τσίρκο είναι η ευκαιρία της Μιράντας να αναβαπτισθεί, να ξεκινήσει μια νέα ζωή. Το ερώτημα τώρα είναι: επιτυγχάνεται αυτό κειμενικά και σκηνοθετικά;

Αμφίβολο. Διότι ο πολυπόθητος αναβαπτισμός διαθλάται, σκορπίζεται μέσα σε ένα κολάζ σκηνών και ιστοριών. Είναι σαν ένα ιδιότυπο, λαμπερό καλειδοσκόπιο αλλά χωρίς να εικονίζει κάτι σαφές. Έτσι αντί για ένα έργο αναγέννησης βλέπουμε ένα ακόμη έργο σχέσεων.

Κατόπιν όλων αυτών, συμπεραίνω πως η γοητεία του κειμένου δεν είναι ούτε οι ανατρεπτικές ιστορίες ούτε η φαντεζί σκευή που θα του φορεθεί στην παράσταση. Η ίαση μέσω της τέχνης είναι το θέμα. Το απάγκιο που προσφέρει η τέχνη σ’ εκείνους που πονούν. Οι σαλτιμπάγκοι του τσίρκου δεν είναι πλούσιοι, δεν είναι δημοφιλείς, δεν είναι καν ευτυχισμένοι. Κι όμως παραμένουν εκεί. Γιατί;

Σκηνοθεσία

Η σκηνοθεσία σεβόμενη το κείμενο δεν έκανε περικοπές και δεν αποφεύχθηκαν τα «πλατιάσματα». Με μικρές κειμενικές και σκηνικές αποτμήσεις σίγουρα το αποτέλεσμα θα ήταν πιο ανάλαφρο. Η Αικατερίνη Παπαγεωργίου αξιοποίησε κάθε δυνατό χώρο κι «απλώθηκε» πολύ σωστά σε κάθε πιθανή γωνιά του θεάτρου. Η παράσταση γέμισε τη σκηνή και την έντυσε με χρώματα. Το επίτευγμα της νέας σκηνοθέτιδος είναι πραγματικά αξιέπαινο γιατί παρά τους σκοπέλους κατάφερε να παρουσιάσει ένα αξιοπρεπέστατο αποτέλεσμα.

Συντελεστές

Έξοχη η μουσική του Γιάννη Χριστοδουλόπουλου, άριστος κι εμπνευσμένος ο σχεδιασμός των φωτισμών απ’ τη Μελίνα Μάσχα, καλοδουλεμένες οι χορογραφίες της Χρυσηίδος Λιατζιβίρη.

Προσεγμένες οι σκηνικές κατασκευές και η σκηνογραφία της Έλλης Εμπεδοκλή (με βοηθό την Ασημίνα Κουτσογιάννη), η οποία ανέλαβε και τα κοστούμια που ήταν όλα τους ταιριαστά στο περιβάλλον και τους ρόλους (μικρή διαφωνία στο ντύσιμο του ζευγαριού Σκολίδη-Βάρθη γιατί τους βαραίνει ηλικιακά, ενώ πρόκειται για δυο ανθρώπους σε δυναμική ηλικία). Βοηθός στην ενδυματολογία η Πέρσα Ντόβα.

Ο θίασος είναι δυνατός και καθώς εκτυλίσσεται η παράσταση γίνεται ένα με το περιβάλλον. Από τη μέση και μετά οι ηθοποιοί δε λειτουργούν μόνο ως «αφηγητές» της ιστορίας, ως ευφάνταστοι διαμεσολαβητές του κειμένου αλλά γίνονται ψηφίδες ενός ξέφρενου, λαμπερού μωσαϊκού.

Ο έμπειρος Ορέστης Τζιόβας έδωσε έναν κουρασμένο Μάγο και ο Αλέξανδρος Βάρθης έναν σκληρό μα προς το τέλος αξιολύπητο Κωνσταντίνο, εξ αιτίας αυτών που περνάει. Άρτια η τεχνική σκιαγράφηση των ρόλων της Μάρθας (γυναίκα φίδι) απ’ την Εριφύλη Κιτζόγλου και της Μις Κολοράντο (drag queen) από τον Γιώργο Μαρτίνο. Ο Τάσος Λέκκας (Νικόλας-βοηθός του Μάγου) και η Ελίζα Σκολίδη (Μιράντα) συναρμόζουν άρτια την τεχνική με το συναίσθημα, βουτάνε επιδέξια στους ρόλους τους και συμβάλλουν τα μέγιστα στην παράσταση.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

τσίρκοΠολιτισμόςπαράστασηειδήσεις τώρα