Travel|23.01.2020 13:49

Κορέστεια: Πλίνθινα χωριά με κινηματογραφικό σκηνικό

Ντέπη Χιωτοπούλου

Στον οδικό άξονα που συνδέει την Καστοριά με τις Πρέσπες ξεκινάει ένα οδοιπορικό στον χρόνο, ανάμεσα σε μια συστάδα ορεινών οικισμών, που παρουσιάζουν έντονο αρχιτεκτονικό και πολιτισμικό ενδιαφέρον. Το όνομα αυτών, Κορέστεια, γνωστά και ως «πλίνθινα χωριά», τα οποία απλώνονται σε οροπέδιο που εκτείνεται δυτικά του όρους Βέρνον (Βίτσι) και ανατολικά του όρους Τρικλάριον (Μάλι Μάδι). Η ονομασία αποτελεί παραφθορά του αρχαίου ονόματος της περιοχής, η οποία καλείτο Ορεστίς, από τους πρώτους κατοίκους της, που εγκαταστάθηκαν τη 2η χιλιετία π.Χ.

Τα Κορέστεια απέκτησαν ξεχωριστή θέση στην ελληνική ιστορία στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, εξαιτίας των εθνικών συγκρούσεων που πυροδότησε στη Δυτική Μακεδονία η βουλγαρική προπαγάνδα, αλλά και κατά τη διάρκεια της ιταλικής κατοχής (1941- 1944) και του Εμφυλίου πολέμου (1946-1949), όπου στην περιοχή διεξήχθησαν αιματηρές συγκρούσεις.

Ο Μακεδονικός Αγώνας -οι συγκρούσεις μεταξύ ελληνικών και βουλγαρικών ένοπλων σωμάτων- που διεξήχθη από το 1904 έως το 1908, ξεκίνησε από τα Κορέστεια, και περί το τέλος του είχε επεκταθεί σ’ όλη τη Μακεδονία. Η ελληνική ένοπλη παρέμβαση στη Μακεδονία ξεκίνησε στην ευνοϊκή για την Ελλάδα συγκυρία που προέκυψε μετά την αποτυχία της εξέγερσης του Ιλιντεν, το 1903, και εντάθηκε μετά το θάνατο του Μακεδονομάχου Παύλου Μελά, τον Οκτώβριο του 1904. Σταδιακά τα ελληνικά σώματα κατάφεραν να επικρατήσουν, αλλά η ένοπλη δράση τους τερματίστηκε με την επανάσταση των Νεότουρκων το 1908, οι οποίοι αρχικά φάνηκαν να καταβάλλουν προσπάθειες εκσυγχρονισμού και εκδημοκρατισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και συγχρόνως απέτρεψαν το αντάρτικο μεταξύ Βουλγάρων και Ελλήνων.

Εκεί όπου κάποτε υπήρχε… ζωή

Πλινθόκτιστα σπίτια, χτισμένα στις αρχές του προηγούμενου αιώνα από φτωχούς ανθρώπους της μεθορίου, που ζούσαν μακριά από την ευμάρεια των γουνεμπόρων της Καστοριάς.

Τα χωριά της περιοχής άρχισαν να ερημώνουν από τη δεκαετία του 1940, όταν οι κάτοικοι τους μετανάστευσαν στο εξωτερικό αναζητώντας μια καλύτερη τύχη. Τη δεκαετία του ’50 εγκαταλείφθηκε η τεχνική του κτισίματος με πλίνθους. Το 1972, επί χούντας, θεμελιώθηκε ο Νέος Οικισμός Κορεστείων, όπου μεταφέρθηκαν οι περισσότεροι κάτοικοι που δεν μετανάστευσαν.

Τις παραμονές  του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου (σ.σ. διήρκεσε από το 1939 έως το 1945) ο συνολικός πληθυσμός στην περιοχή των Κορεστείων (συμπεριλαμβανόμενων 19 συνολικά χωριών σε νομούς Καστοριάς και Φλώρινας) ήταν περίπου 10.000.  Σήμερα, δεν ξεπερνά τις 2.000.

Σ’ αυτά τα χωριά που είναι κτισμένα δίπλα από τους παραποτάμους του Λιβαδοπόταμου (ή Λαδοπόταμου), του κυριότερου υδροφορέα της περιοχής, έχουν στηθεί κινηματογραφικά σκηνικά για τις ανάγκες ταινιών που σκηνοθέτησαν παγκοσμίου φήμης σκηνοθέτες. Με φόντο τα πλίνθινα χωριά των Κορεστείων, άλλα εγκαταλελειμμένα και άλλα με σθεναρές αντοχές στο πέρασμα του αδυσώπητου χρόνου, έχουν πραγματοποιηθεί γυρίσματα τόσο για την ταινία «Ψυχή Βαθιά» του  Παντελή Βούλγαρη όσο και για «Το Μετέωρο Βήµα του Πελαργού» του αείμνηστου Θόδωρου Αγγελόπουλου κ.ά.

Τα χωριά σήμερα

Επτά χωριά γύρω από το οροπέδιο των Κορεστείων, με επίκεντρο τον Νέο Οικισμό (πρώην Γάβρος) και με τους περισσότερους κατοίκους, γύρω στους 350, να είναι συγκεντρωμένοι εκεί. Ο Νέος Οικισμός διαθέτει ξενώνα, σούπερ μάρκετ, φούρνο, ταχυδρομείο, αστυνομικό τμήμα, δημοτικό σχολείο, «έχουμε περίπου 30-40 παιδιά, και από τους γύρω οικισμούς μετακινούνται με ταξί» εξηγεί στο «Εθνος της Κυριακής» ο πρόεδρος –και οδηγός του ταξί- του Νέου Οικισμού Τρύφων Σαραμπίνας, ενώ γυμνάσιο και λύκειο πηγαίνουν στο Μανιάκοι Καστοριάς.

Καμιά 650 υπολογίζονται οι μόνιμοι κάτοικοι στα πλίνθινα χωριά των Κορεστείων, «80 κατοικούν στον Αγ. Αντώνιο, τρεις στον Μαυρόκαμπο, 3-4 στην Χαλάρα, 100 - 120 στο Μακροχώρι, 80-100 στον Μελά (Ανω και Κάτω) και κανένας στον Κρανιώνα» μας λέει ο κ. Σαραμπίνας.

Διασχίζουμε τον Νέο Οικισμό, σύγχρονος οικισμός σε σύγκριση με τους πλινθόκτιστους που θα συναντήσουμε στο διάβα μας. Κανά χιλιόμετρο μετά το Νέο Οικισμό, πινακίδα με το βέλος δεξιά γράφει «Κρανιώνας» (1 χλμ.). Περνάμε μέσα από το εγκαταλελειμμένο χωριό, ένα σπίτι σουλουπωμένο, φαίνεται κατοικήσιμο, έχει και ηλεκτρικό ρεύμα, «το κρατάει ο ιδιοκτήτης του για συναισθηματικούς λόγους, ζει όμως στο Νέο Οικισμό» μας λέει ο πρόεδρος του Νέου Οικισμού Κορεστείων.

Ενα παλιό τετράδιο καταμεσής του χωμάτινου δρόμου – «Ταχυδρομική Υπηρεσία Στρατού. Βιβλίον παρακολουθήσεως των αφικνούμενων ταχυδρομικών αποστολών» αναγράφει- με νούμερα και λογαριασμούς.

Τίποτα βερεσέδες θα ‘ταν, σκέφτηκα, συνεχίζουμε, καμιά 500αριά μέτρα σε χωματόδρομο, και φτάνουμε στον Ανω Κρανιώνα και στην πετρόκτιστη εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, που από κει πάνω έχουμε θέα τον Κάτω Κρανιώνα και τον Νέο Οικισμό.

Αναστηλωμένη η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, 10.07.2016, αναγράφει μια μαρμάρινη επιγραφή, από τους Παντελή και Σοφία Παπαβασιλείου, με τη βοήθεια και τη συνεισφορά δωρητών (σ.σ. αναγράφονται τα ονόματά τους) και φίλων. Εξω από την εκκλησία, μια ανάγλυφη πλακέτα, με τη διάταξη του χωριού αλλά και τα ονόματα των οικογενειών που ανήκαν-ουν τα πλινθόκτιστα κτίσματα. Κάποτε αυτός ο οικισμός είχε και σχολείο, μπροστά από την εκκλησία’ τώρα δυο τετράποδοι πεινασμένοι μεν, καλοσυνάτοι δε, μας υποδέχτηκαν!

Φασόλια ελέφαντες και πλακέ

Αφήνοντας πίσω μας τον Κρανιώνα, στρίβουμε για Χαλάρα, Μακροχώρι, Μελά. Στα δυο χιλιόμετρα περίπου συναντάμε την Χαλάρα, άλλο ένα πλινθόκτιστο χωριό, με λίγα σπίτια κατοικήσιμα.

Επόμενο χωριό το Μακροχώρι (3 χλ.), εκεί όπου καπνοδόχοι αναδύουν στην ατμόσφαιρα την κάπνα τους. Ναι, εδώ υπάρχει περισσότερη ζωή από το προηγούμενο χωριό. «Πωλείται, φασόλι, ελέφαντας και πλακέ» γράφει μια μικρή πινακίδα’ φημίζεται το Μακροχώρι για την πολύ καλή ποιότητα φασολιού που παράγει. Αλλωστε, ανηφορίζοντας τον οικισμό, συναντάει κανείς όλο βέργες, μαζεμένες βεβαίως αυτήν την εποχή, πάνω στις οποίες, την κατάλληλη εποχή, αναρριχώνται τα φασόλια. Το 30%-40% των μόνιμων κατοίκων του χωριού, όπως μας λέει ο τριαντάχρονος Αχιλλέας, από το παραδοσιακό καφενείο, είναι νέοι, που ασχολούνται με τα φασόλια και γενικότερα με τη γεωργία.

Πιο πάνω η εκκλησία του Αγίου Νικολάου, έχει ένα ακόμη καφενείο το χωριό, του κυρ Βασίλη, «κάποτε είχαμε τρία καφενεία, τώρα εμείνανε δυο» μας είπε μια χαμογελαστή γιαγιά που συναντήσαμε στο έμπα μας, στο χωριό.

*

«ΚΟΡΕΣΤΕΙΑ, ΤΑ ΧΩΡΙΑ ΤΗΣ ΛΗΘΗΣ», είναι ο τίτλος του βιβλίου του ανήσυχου ταξιδιωτικού συγγραφέα – και φίλου- Αγγελου Σινάνη, που εκδόθηκε το 2015, από τις εκδόσεις «Ανάβαση». «Τα Κορέστεια τα ανακάλυψα τυχαία, το 1985, όταν πήγαινα από Καστοριά για Πρέσπες, και έστριψα σε λάθος διασταύρωση» λέει στο «Εθνος της Κυριακής» ο Αγγελος Σινάνης, ο οποίος εντυπωσιάστηκε από την αρχιτεκτονική και τα υλικά, βεβαίως, των πλινθόκτιστων σπιτιών. Το 2013 ξεκίνησε τη συγγραφή του βιβλίου, στόχος του οποίου είναι η οικιστική, γεωπολιτική και ιστορική ανασύνθεση της περιοχής, η ανάπλαση τόσο του πολιτισμού, όσο και των τραγικών στιγμών των προηγούμενων γενεών.

Info

-Διαμονή: Στην περιοχή λειτουργεί μονάχα ένας ξενώνας με την ονομασία «Κορέστεια», στον Νέο Οικισμό Κορεστείων. Διαθέτει 4 δωμάτια, εστιατόριο, καφέ. Τιμές 40 ευρώ το δίκλινο με πρωινό, 35 ευρώ χωρίς πρωινό (τηλ. 24670 33017).

-Παραδοσιακό καφενείο μεζεδοπωλείο: Στο χωριό Μακροχώρι λειτουργεί το «Αγκωνάρι» που σερβίρει καθημερινά μεζέδες, τσίπουρο, ψητά της ώρας αλλά και μαγειρευτά κατόπιν παραγγελίας (τηλ. 24670 86075, 6972 223253).

Φωτογραφίες: Ντέπυ Χιωτοπούλου

ταξίδια ΕλλάδαΔυτική ΜακεδονίαΚορέστεια