Τηλεόραση|08.10.2024 10:55

Κόρα Καρβούνη στο ethnos.gr: «Ζούμε για να απαθανατίζουμε στιγμές, αντί να τις βιώνουμε»

Άγγελος Γεραιουδάκης

Η Κόρα Καρβούνη είναι μία προσωπικότητα που δεν περιορίζεται από κανόνες και στεγανά. Με μια πλούσια πορεία σε θέατρο και κινηματογράφο, έχει κατακτήσει τη φήμη μιας χαρισματικής ηθοποιού, γνωστής για την ικανότητά της να μεταμορφώνεται σε κάθε ρόλο. Αυτή η «χαμαιλεοντική» της φύση δεν είναι μόνο χαρακτηριστικό της, αλλά και κάτι που απολαμβάνει βαθιά, καθώς της δίνει την ευκαιρία ν' αποκαλύπτει συνεχώς νέες πτυχές του εαυτού της.

Τ' όνομά της είναι Kora May, η κόρη του Μάη, δηλαδή η Περσεφόνη. Το «Κόρα» δεν είναι απλώς το ελληνικό της όνομα, αλλά και τ' όνομα της γιαγιάς της, μια σύνδεση που αντανακλά την καταγωγή της, η οποία παντρεύει τη ζεστασιά της Ελλάδας με την πολυπολιτισμικότητα της Αμερικής. Μεγαλωμένη σε μια αστική οικογένεια, όπου τα γαλλικά, το πιάνο και το μπαλέτο αποτελούσαν αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητάς της, η Κόρα απέκτησε από νωρίς καλλιτεχνικές ανησυχίες. Από τα έξι της μόλις χρόνια, ήξερε ότι το θέατρο ήταν ο προορισμός της, και από τότε, η πορεία της παραμένει σταθερά ανοδική. 

Η ίδια πιστεύει ακράδαντα πως όλοι οι άνθρωποι είμαστε γεμάτοι αντιφάσεις — καλοί, φθονεροί, αστείοι. Και όπως η Περσεφόνη, έτσι κι εκείνη παίζει με τα όρια του φωτός και του σκότους, του γήινου και του αιθέριου, δημιουργώντας ερμηνείες γεμάτες βάθος και πολυπλοκότητα. Παρότι κατανοεί τις ανθρώπινες αδυναμίες, δεν πιστεύει στο διδακτικό ύφος της τέχνης. Αντιθέτως, επιμένει πως η τέχνη πρέπει ν' αφυπνίζει τον θεατή, να τον κάνει να σκέφτεται και να αισθάνεται.

Ως άνθρωπος χειμαρρώδης και διεισδυτικός παρατηρητής, η Κόρα Καρβούνη κοιτάει όχι μόνο τον κόσμο γύρω της αλλά και τον ίδιο της τον εαυτό, ψάχνοντας πάντα την αλήθεια μέσα από την υποκριτική. Αυτή την αλήθεια τη φέρνει με ένταση και βάθος στην καθημερινή σειρά «Grand Hotel», όπου ενσαρκώνει την Αγγέλα Ψαριανού, μια σκληρή αλλά ταυτόχρονα τρυφερή φιγούρα, αλλά και ως Mertis Katherine στην αιρετική κωμωδία «John» της Aνι Μπέικερ στο Δίπυλον.

Τι ήταν αυτό που σας τράβηξε περισσότερο στον ρόλο της Αγγέλας και σας έκανε να πείτε «ναι» στην πρόταση του ΑΝΤ1;

Αυτό που με κέντρισε περισσότερο στον ρόλο της Αγγέλας είναι η διπλή της φύση. Εξωτερικά φαίνεται σκληρή, αυστηρή και απόλυτη στους κανόνες, αλλά αυτό δεν είναι ο αληθινός της εαυτός. Κρύβει ένα προσωπείο και, ως ηθοποιός, αυτό το βάθος και η εσωτερική σύγκρουση αποτελούν μεγάλο κίνητρο για μένα. Ωστόσο, όταν διαλέγω έναν ρόλο, αυτό που μ' ενδιαφέρει πρωτίστως είναι με ποιους θα συνεργαστώ – ποιος σκηνοθετεί, ποιοι είναι οι συμπρωταγωνιστές, ποιο το σενάριο και η παραγωγή. Ο ρόλος είναι σημαντικός, αλλά πιο καθοριστικοί για μένα είναι οι άνθρωποι με τους οποίους θα δουλέψω, τόσο μπροστά όσο και πίσω από τις κάμερες.

Όπως είπατε και εσείς, η Αγγέλα είναι μια δυναμική, αλλά και συναισθηματική γυναίκα. Πόσο δύσκολο ήταν να ισορροπήσετε αυτά τα δύο στοιχεία στην ερμηνεία σας;

Με βοηθάει αρκετά το σενάριο. Δεν εξαρτάται μόνο από τη δική μου προσέγγιση, αλλά και από τις σκηνές που γράφουν οι σεναριογράφοι. Βρισκόμαστε ακόμα στην αρχή της αφήγησης, και σταδιακά θα δούμε πιο έντονα τις συναισθηματικές πλευρές της Αγγέλας. Για παράδειγμα, έχουμε δει μια ευαισθησία της απέναντι στους πρόσφυγες, όπως όταν η μαγείρισσα, η Ελένη Καρακάση, έφτασε στο ξενοδοχείο για να ζητήσει δουλειά. Φυσικά, η μεγαλύτερη αδυναμία της είναι ο γιος της, τον οποίο αγαπάει υπερβολικά. Από τότε που ο άντρας την εγκατέλειψε, τον μεγαλώνει μόνη της και αυτός είναι το επίκεντρο της ζωής της. Είναι αυστηρή μαζί του, αλλά από την απέραντη αγάπη που του έχει. 

Συμφωνείτε με αυτόν τον τύπο μητρικής αγάπης;

Προσωπικά, όχι. Για μένα, η αγάπη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ελευθερία και την αποδοχή. Πιστεύω ότι ν' αγαπάς κάποιον σημαίνει να τον δέχεσαι γι' αυτό που είναι, χωρίς να προσπαθείς να τον αλλάξεις ή να τον ελέγχεις. Ωστόσο, κατανοώ πως για πολλές μητέρες είναι δύσκολο ν' αποδεχτούν τον αποχωρισμό από τα παιδιά τους και να τ' αφήσουν ν' ανεξαρτητοποιηθούν.

Η συμπεριφορά της Αγγέλας δικαιολογείται λόγω της εποχής στην οποία ζει;

Δεν πιστεύω ότι οφείλεται μόνο στην εποχή, αλλά και στο σκοτεινό παρελθόν της, το οποίο ακόμα δεν έχει αποκαλυφθεί. Η Αγγέλα κρύβει μυστικά που δεν συμβαδίζουν με την αυστηρή και τυπική εικόνα που προβάλλει. Αυτό είναι και το πιο ενδιαφέρον στοιχείο στον χαρακτήρα της – το γεγονός ότι πίσω από τη φαινομενική της ακεραιότητα, κρύβεται ένα παρελθόν γεμάτο μυστήριο και αντιφάσεις, που κανείς δεν θα περίμενε από αυτήν.

Το Grand Hotel είναι γεμάτο από μυστικά και ίντριγκες. Πώς επηρεάζεται η Αγγέλα από αυτήν την κατάσταση;

Δεν μπορώ ν' αποκαλύψω πολλά, αλλά το μυστικό που κουβαλάει η Αγγέλα είναι τόσο σοβαρό που θα μπορούσε να είναι καταστροφικό αν αποκαλυπτόταν. Η ίδια έχει αποδεχτεί τη θέση που έχει στο ξενοδοχείο και παραμένει εκεί κυρίως για το παιδί της και επειδή αγαπά τη δουλειά της. Δεν έχει σκοπό να ξεσκεπαστεί η αλήθεια. Όπως και πολλοί άλλοι χαρακτήρες, ακόμα και οι φαινομενικά «κακοί», η Αγγέλα έχει και ένα θύμα μέσα της. Οι περισσότεροι από τους ήρωες κρύβουν κάτι ή θ' αναγκαστούν να το κρύψουν. Αυτό που μου αρέσει είναι ότι κανείς δεν είναι εντελώς «καλός» ή «κακός». Το ίδιο ισχύει και για τον Ρήγα ή την Ελένη, που παρόλο που είναι πιο σκοτεινοί χαρακτήρες, έχουν λόγους που τους οδήγησαν να γίνουν έτσι. Οι κοινωνικές και ταξικές διαφορές είναι μεγάλες, και σε τόσο σκληρές εποχές, οι άνθρωποι καταφεύγουν σε αδίστακτες επιλογές για να επιβιώσουν. Και πολλές φορές τους κατανοώ. Πιστεύω πως και το κοινό θα βρει στιγμές που θα δικαιολογήσει αυτές τις ακραίες πράξεις.

Με αφορμή και την ταινία «Joker: Τρέλα για Δύο», πιστεύετε ότι ζούμε σε μια εποχή που αρχίζουμε να δικαιολογούμε χαρακτήρες που κάνουν άσχημες πράξεις;

Δεν πρόκειται τόσο για δικαιολογία, αλλά για το ότι αποκαλύπτεται το εύρος της ανθρώπινης ψυχής. Ένας άνθρωπος που έχει υποστεί βαθιά κακοποίηση συχνά καταλήγει ο ίδιος να κακοποιεί. Είναι σημαντικό να το δείχνουμε αυτό, μήπως και ως κοινωνία καταφέρουμε να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας με πιο υγιή τρόπο και να δώσουμε μεγαλύτερη προσοχή στον εαυτό μας, ώστε να μειωθεί η βία. Ας πάρουμε για παράδειγμα τη «Μήδεια» που σκοτώνει τα παιδιά της. Σκοπός είναι οι θεατές να νιώσουν έναν καθρέφτισμα της ανθρώπινης φύσης. Η μητέρα που θα δει τη Μήδεια να πει: «Εγώ είμαι καλή μητέρα, δεν θα έκανα ποτέ κάτι τέτοιο στο παιδί μου. Αυτή άφησε τα ζωώδη της ένστικτα να την οδηγήσουν σε κάτι τέτοιο». Οι αρχαίοι μας έδειχναν τέτοια ακραία παραδείγματα, όπως αιμομιξίες και φόνους, για να μας κάνουν να σκεφτούμε και να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι.

Αν μπορούσατε να δώσετε μια συμβουλή στην ηρωίδα σας, ποια θα ήταν;

Θα της έλεγα να προσέχει! Στο ξενοδοχείο αυτό, κανείς δεν είναι απόλυτα ασφαλής. Όλοι κρυφακούν, όλοι κρύβουν κάτι, και όλοι προσπαθούν να επιβιώσουν. Επομένως, θα έλεγα ότι όχι μόνο η Αγγέλα, αλλά όλοι οι χαρακτήρες πρέπει να είναι σ' επαγρύπνηση.

Έχετε αναφέρει ότι πάντα θέλατε να είστε μέρος της μικρής οθόνης, αλλά υπήρχε ένας διαχωρισμός ανάμεσα στους θεατρικούς και τηλεοπτικούς ηθοποιούς. Θεωρείτε ότι αυτός ο διαχωρισμός έχει εξαλειφθεί σήμερα;

Ευτυχώς, ναι. Και όχι μόνο απέναντι σε εμάς, τους λεγόμενους «θεατρικούς», αλλά και προς τους τηλεοπτικούς ηθοποιούς, οι οποίοι δεν μπορούσαν να βρουν δουλειά σε συγκεκριμένα θέατρα που θεωρούνταν «ποιοτικά». Αυτός ο διαχωρισμός ήταν άδικος και έπληττε και τις δύο πλευρές. Τώρα πια, αυτό το εμπόδιο έχει καταρριφθεί, και χαίρομαι ιδιαίτερα γι' αυτό. Στο τέλος της ημέρας, όλοι κάνουμε την ίδια δουλειά. Θέλουμε το έργο μας να 'ναι εμπορικό, με την έννοια ότι θέλουμε το κοινό να μας παρακολουθεί, είτε στο θέατρο είτε στην τηλεόραση. Δεν υπάρχουμε χωρίς το κοινό. Βέβαια, εγώ έκανα τηλεόραση από το 2006, με συμμετοχές σε σειρές όπως το «10» του Καραγάτση, την «Άμυνα Ζώνης», τον «Καρυωτάκη», τα «Άγρια Παιδιά», αλλά κυρίως σε πιο «σποραδικούς» ρόλους. Η μεγάλη διαφορά τώρα είναι ότι είμαι σε καθημερινές σειρές, κάτι που είναι πολύ διαφορετικό από προηγούμενες δουλειές.

Πώς είναι να δουλεύετε σ' ένα καθημερινό σίριαλ;

Είναι πολύ απαιτητική. Το πρόγραμμα είναι εξαιρετικά βεβαρημένο και οι ρυθμοί είναι γρήγοροι. Αν για παράδειγμα αρρωστήσω, αυτό μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες για τα γυρίσματα. Πρέπει όλοι, από τους ηθοποιούς μέχρι το συνεργείο, να είμαστε άριστα προετοιμασμένοι και ν' αποδίδουμε γρήγορα αλλά και αποτελεσματικά. Το να παίζουμε τέσσερα επεισόδια την εβδομάδα είναι πολύ διαφορετικό από μια παραγωγή που γυρίζουμε οκτώ επεισόδια σε τρεις μήνες, όπως το «Έτερος Εγώ». Εκεί η διαδικασία έμοιαζε περισσότερο με γυρίσματα ταινίας. Στο καθημερινό σίριαλ, η πίεση είναι μεγαλύτερη, αλλά το αποτέλεσμα είναι εξίσου σημαντικό.

Θεατρικά, θα σας δούμε φέτος στο έργο «John» της Annie Baker, το οποίο έχει κερδίσει διεθνή αναγνώριση. Πιστεύετε ότι το ελληνικό κοινό θα ταυτιστεί με την ιστορία;

Αναμφίβολα. Είναι ένα έργο που, παρότι έχει χιούμορ, είναι βαθιά υπαρξιακό. Αγγίζει θέματα που απασχολούν κάθε σύγχρονο άνθρωπο. Ένα από τα κύρια θέματα είναι η εμμονή μας με το τι σκέφτονται οι άλλοι για εμάς. Αυτή είναι μια «μάστιγα» της εποχής μας. Πολλοί από εμάς καθορίζουμε την ταυτότητά μας με βάση την εικόνα που έχουν οι άλλοι για εμάς, αντί να αυτοπροσδιοριζόμαστε. Σήμερα, ειδικά με την άνοδο των social media, η εικόνα έχει γίνει πιο σημαντική από ποτέ. Όλοι ενημερώνουν για το πού βρίσκονται, τι κάνουν, και αναρωτιούνται συνεχώς τι σκέφτονται οι άλλοι γι' αυτούς. Αυτό είναι ένα έλλειμμα της εποχής μας και το έργο το καταδεικνύει με τρόπο που θα συγκινήσει το κοινό.

Αυτός είναι ο λόγος που αποφασίσατε να κλείσετε τα social media;

Ναι, εν μέρει. Δεν έχω ταλέντο στα social media και δεν έχω την επιθυμία να μοιράζομαι συνεχώς κομμάτια από τη ζωή μου. Δεν με εκφράζουν. Πειραματίστηκα αρκετά, ειδικά με το Instagram, το έκλεινα και το άνοιγα ξανά, αλλά τελικά αποφάσισα να το αφήσω οριστικά. Το Facebook το είχα κλείσει πριν από την πανδημία. Δεν νιώθω την ανάγκη να επικοινωνώ μέσα από τέτοιες πλατφόρμες. Επικοινωνώ μέσω της δουλειάς μου, και αυτό μου αρκεί. Μέσα από την τέχνη μου μπορώ να πω περισσότερα από ό,τι θα μπορούσα ποτέ ν' αναρτήσω στα social media.

Προηγουμένως χρησιμοποιήσατε τη λέξη «ταλέντο». Τι ταλέντο χρειάζεται κάποιος για τα social media;

Έχω δει λογαριασμούς όπου οι άνθρωποι δημοσιεύουν καθημερινά κάτι νέο και ενδιαφέρον, βρίσκοντας πάντα κάτι όμορφο ή σημαντικό να πουν. Αυτό για μένα είναι ταλέντο. Προσωπικά, δεν αισθάνομαι ότι έχω κάτι ουσιαστικό να πω κάθε μέρα, ούτε είμαι τόσο καλή στο να προωθώ τον εαυτό μου με αυτόν τον τρόπο. Μπορώ να εκφράζομαι και να «προβάλλομαι» μόνο μέσω της δουλειάς μου. Αν δεν έχω κάτι πραγματικά ουσιαστικό να πω μέσα από την τέχνη μου, δεν νιώθω την ανάγκη να ακουστώ.

Πιστεύετε ότι τα social media έχουν επηρεάσει τον τρόπο που σκεφτόμαστε και συμπεριφερόμαστε στην καθημερινή μας ζωή;

Ναι, μας έχουν αποπροσανατολίσει. Συχνά βρίσκομαι σε παρέες, όπου περνάμε υπέροχα, αλλά το πρώτο πράγμα που γίνεται είναι να βγάζουν όλοι τα κινητά τους για ν' ανεβάσουν ένα story. Αντί να ζουν τη στιγμή, προσπαθούν αμέσως να την απαθανατίσουν και να δείξουν σε όλους πού βρίσκονται και τι κάνουν, σαν να επιβεβαιώνουν την ύπαρξή τους μέσα από αυτό. Αυτό για μένα είναι αποπροσανατολισμός από την πραγματική ζωή.

Με αυτό που είπατε, μου δώσατε μια καλή πάσα για κάτι πρόσφατο που συνέβη. Αναφέρομαι στο περιστατικό με τη Μαρινέλλα στο Ηρώδειο, όπου θεατές βιντεοσκόπησαν μια άσχημή της στιγμή. Τι δείχνει αυτό για την κοινωνία μας;

Είναι τρομακτικό και πολύ θλιβερό. Δεν δείχνει έλλειψη σεβασμού μόνο στον καλλιτέχνη, αλλά στον άνθρωπο. Όταν κάποιος αποφασίζει να δημοσιεύσει τη χειρότερη στιγμή ενός άλλου ανθρώπου, πρέπει ν' αναρωτηθούμε τι ικανοποίηση αντλεί από αυτό. Και αυτό που βλέπουμε είναι μια ανησυχητική τάση ν' αναπαράγουμε δυστυχία και τραγικά γεγονότα που τυχαίνουν σε άλλους. Είδα το βίντεο, και ήταν πραγματικά σοκαριστικό. Το να καταγράψεις και να διαδώσεις μια τόσο ευαίσθητη στιγμή δείχνει τεράστια έλλειψη σεβασμού για την ανθρώπινη ύπαρξη. Είμαι υπέρ της ελευθερίας του λόγου, αλλά πρέπει να υπάρχουν όρια. Δεν είναι απαραίτητο όλοι να εκφράζονται για τα πάντα. Τοποθετήσου με πράξεις, όχι αναπαράγοντας τη δυστυχία των άλλων. Αυτό που συνέβη με την κυρία Μαρινέλλα δεν ήταν μόνο προσβολή προς την καλλιτέχνιδα, αλλά και προς την ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη.

Επιστρέφοντας στην παράσταση, πώς είναι η συνεργασία σας με τον σκηνοθέτη Μιχάλη Πανάδη; Τι ιδιαίτερο έφερε στη σκηνή και πώς σας βοήθησε να προσεγγίσετε τον ρόλο σας;

Ο Μιχάλης, πρώτα απ’ όλα, είναι ένας εξαιρετικά ταλαντούχος ηθοποιός με σημαντική εμπειρία. Παίζει εδώ και δέκα χρόνια, έχοντας συμμετάσχει σε τηλεοπτικές σειρές, όπως ο «Παράδεισος των Κυριών» και φέτος στον «Αγιο Ερωτα», αλλά και σε πολλές θεατρικές παραστάσεις. Παρά την ηλικία του, είναι πολύ έμπειρος και, πάνω απ’ όλα, είναι και ο καλύτερός μου φίλος. Η συνεργασία μας, λοιπόν, έχει και αυτό το προσωπικό στοιχείο, αλλά παράλληλα τον εκτιμώ καλλιτεχνικά σε βαθμό που τον θεωρώ ιδιοφυία. Γι' αυτό και τον εμπιστεύομαι απόλυτα. Κάνω ό,τι μου ζητήσει γιατί ξέρω ότι θα βγει το καλύτερο αποτέλεσμα. Επίσης, λόγω της καλλιτεχνικής μας σύνδεσης, πολλές φορές δεν χρειάζεται καν να μιλήσουμε. Καταλαβαίνουμε αμέσως ο ένας τον άλλον. Αυτό δημιουργεί μια συνεργασία που ρέει αβίαστα, κάτι που μου είχε λείψει πολύ. Με τον Μιχάλη και την υπόλοιπη ομάδα, νιώθω ότι αρχίζουμε να ξαναβρίσκουμε τη χαρά της δημιουργίας, κάτι που είχε χαθεί τα τελευταία χρόνια λόγω της οικονομικής κρίσης, της πανδημίας και των αποκαλύψεων του κινήματος #MeToo. Είναι μια ευχάριστη επανεφεύρεση της χαράς, σ' ένα πολύ σοβαρό όμως παιχνίδι.

Τι ρόλο έχετε στην παράσταση;

Η ιστορία ξεκινά μ' ένα ζευγάρι που βρίσκεται σε κρίση και επισκέπτεται ένα μικρό πανδοχείο που βρίσκεται σε μια τουριστική περιοχή που έχει μνημεία πολέμου. Η Mertis Katherine, την οποία υποδύομαι, είναι μια κάπως παράξενη και υπερβολικά πρόσχαρη γυναίκα, ενώ έχει και μια τυφλή φίλη, που φέρνει μαζί της έναν ξεχωριστό, αλλόκοτο κόσμο. Αυτή η φίλη έχει χάσει την όρασή της και την ψυχική της ισορροπία. Κατά κάποιον τρόπο έχει περάσει σ' ένα άλλο επίπεδο συνειδητότητας. Όλοι αυτοί οι χαρακτήρες, μέσα από τις αλληλεπιδράσεις τους, επηρεάζουν ο ένας τον άλλον και αποκαλύπτονται στοιχεία από το παρελθόν τους. Στην ουσία, υπάρχει ένας διάλογος ανάμεσα σε δύο γενιές, όπου η παλαιότερη αποδεικνύεται συχνά πιο σύγχρονη από τη νεότερη.

Πιστεύετε ότι η παλαιότερη γενιά μπορεί όντως να είναι πιο σύγχρονη από τη νεότερη;

Αυτό εξαρτάται από τον άνθρωπο, όχι από την ηλικία ή τη γενιά. Έχω γνωρίσει ανθρώπους μεγάλης ηλικίας που είναι εξαιρετικά προοδευτικοί και ανοιχτοί στις αλλαγές της κοινωνίας, και αντίθετα, νεότερους που είναι απίστευτα συντηρητικοί. Ο σύγχρονος τρόπος σκέψης δεν βασίζεται αποκλειστικά στη μόρφωση ή τη διάνοια κάποιου, αλλά σ' έναν συνδυασμό παραγόντων, όπως η συναισθηματική νοημοσύνη και η ικανότητα να «διαβάζει» τις τάσεις της εποχής και να τοποθετείται απέναντί τους. Δυστυχώς, ζούμε σε πολύ γρήγορους καιρούς. Τα πάντα συμβαίνουν τόσο γρήγορα που δεν προλαβαίνουμε να τα αφομοιώσουμε. Μαθαίνουμε κάτι σήμερα, και αύριο το ξεχνάμε. Αυτή η ταχύτητα, για μένα, είναι καταστροφική. Όσο γρήγορα λατρεύουμε, τόσο γρήγορα μισούμε. Και αυτό με ανησυχεί ιδιαίτερα για το μέλλον του θεάτρου. Φοβάμαι ότι οι θεατές δεν θα μπορούν πλέον να κάθονται για να δουν μια παράσταση. Βλέπω ήδη αρκετούς να μην αντέχουν να παρακολουθούν ένα ολοκληρωμένο Instastory. Αναρωτιέμαι αν τα σημερινά παιδιά θα μπορέσουν ποτέ να καθίσουν για να δουν μια θεατρική παράσταση.

Πριν από έναν χρόνο παντρευτήκατε με πολιτικό γάμο τον επί χρόνια σύντροφό σας, Παναγιώτη Γαλανό. Αισθάνεστε ότι ο γάμος άλλαξε κάτι στην καθημερινότητά σας ή στη δυναμική της σχέσης σας, δεδομένου ότι ήσασταν μαζί πολλά χρόνια πριν παντρευτείτε;

Η μεγαλύτερη αλλαγή είναι... η φορολογική ενημερότητα! Κατά τ’ άλλα, μέσα μας οι σχέσεις παραμένουν ίδιες. Ο γάμος, για εμάς, ήταν περισσότερο μια τυπική διαδικασία που είχαμε καθυστερήσει. Δεν άλλαξε κάτι ουσιαστικό, πέρα από το γεγονός ότι τώρα φοράμε βέρες και έχουμε ένα επίσημο χαρτί. Καμαρώνω όμως που είμαι μαζί με τον Παναγιώτη τόσα χρόνια, ειδικά όταν βλέπω πόσοι άνθρωποι γύρω μου είναι μόνοι. Έχω υπάρξει και εγώ μόνη μου, γι' αυτό εκτιμώ πολύ τη συντροφικότητα. Η ζωή είναι πολύ μικρή για να είμαστε μόνοι. Είναι υπέροχο να έχουμε έναν άνθρωπο δίπλα μας, όπως είναι όμορφο και το να επιλέγουμε τη μοναχικότητα. Αυτό που δεν είναι ωραίο, είναι η μοναξιά.

Ως ηθοποιός με απαιτητικό πρόγραμμα, πώς διατηρείτε την ισορροπία στην προσωπική σας ζωή; 

Πάντα φροντίζω ν' αφιερώνω χρόνο στη σχέση μου, ανεξάρτητα από τις επαγγελματικές μου υποχρεώσεις. Ειδικά με το τόσο γεμάτο πρόγραμμά μου, προσπαθώ να βρίσκω στιγμές για να είμαστε μαζί. Για μένα, η ζωή δεν είναι μόνο δουλειά. Xρειάζομαι και την προσωπική μου ζωή, την οποία βλέπω ως έναν τρόπο αποφόρτισης από την ένταση της καθημερινότητας. Είναι σημαντικό να γυρίζω στο σπίτι μου και να βρίσκομαι με τον άνθρωπό μου ή να μιλάω με τους φίλους μου. Η δουλειά είναι υπέροχη, και είμαι ευγνώμων γι' αυτό, αλλά η προσωπική ζωή είναι εξίσου απαραίτητη για να νιώθω πλήρης.

Υπήρξαν στιγμές στη ζωή σας που νιώσατε ότι ξεχάσατε να φροντίσετε τον εαυτό σας;

Ναι, πολλές φορές έχω χάσει την επαφή με τον εαυτό μου, ειδικά όταν τα γεγονότα τρέχουν κι εγώ απλώς τ' ακολουθώ. Εκείνη τη στιγμή δεν το καταλαβαίνεις, απλώς συνεχίζεις. Όμως, όταν έρχεται η ώρα να καθίσεις και να πάρεις μια ανάσα, τότε βγαίνουν όλα στην επιφάνεια. Γι' αυτό δεν μου αρέσουν τα social media. Μας αποσυντονίζουν και δεν μας αφήνουν να μείνουμε λίγο μόνοι μας, να σκεφτούμε πώς νιώθουμε πραγματικά. Δεν είναι τυχαίο που οι κρίσεις άγχους και πανικού έχουν αυξηθεί. Βλέπουμε συνεχώς εικόνες επίπλαστης τελειότητας και αυτό μας οδηγεί σε συγκρούσεις με την πραγματικότητα, που σίγουρα δεν είναι τέλεια. Η ζωή είναι δύσκολη, και η μόνιμη ευτυχία δεν είναι ρεαλιστική. Σκέψου τους ανθρώπους που έχασαν τα παιδιά τους στο δυστύχημα στα Τέμπη... Αυτό είναι πραγματική δυστυχία. Οι απώλειες είναι αυτές που μας φέρνουν πιο κοντά στον πυρήνα μας, μας κάνουν ν' αναθεωρούμε τι είναι πραγματικά σημαντικό στη ζωή. Έχω χάσει και εγώ τον πατέρα μου, και εκείνη η περίοδος με συγκλόνισε. Με έκανε να πω στον εαυτό μου «φτάνει πια, δεν θα γκρινιάξω ξανά για βλακείες».

ηθοποιόςGrand Hotelsocial mediaΚόρα ΚαρβούνηΑΝΤ1