Πολιτική|05.02.2023 10:37

Χάρης Θεοχάρης στο ethnos.gr: Η πρώτη κάλπη είναι η πλέον καθοριστική

Κατερίνα Κοκκαλιάρη

Στην ανάγκη να προκύψει από τις εκλογές αυτοδύναμη κυβέρνηση προκειμένου «να αντιμετωπίσει χωρίς απώλεια πολύτιμου χρόνου μείζονα προβλήματα» αλλά και στην κρισιμότητα της επόμενης αναμέτρησης  αναφέρεται σε συνέντευξη του στο ethnos.gr ο γραμματέας προγράμματος της Νέας Δημοκρατίας και βουλευτής Νοτίου Τομέα Χάρης Θεοχάρης  σημειώνει χαρακτηριστικά «η πρώτη κάλπη είναι και η πλέον καθοριστική, αυτή που θα αναδείξει τον επόμενο κυβερνήτη της Ελληνικής δημοκρατίας. Τη δεύτερη Κυριακή θα πρέπει να επιβεβαιωθεί και να διευρυνθεί το αποτέλεσμα της πρώτης Κυριακής».

Αναφορικά με το δίλημμα των εκλογών στη συνέντευξη του ο Χάρης Θεοχάρης αναφέρει πως  αυτό θα είναι «δεύτερη εντολή στη Νέα Δημοκρατία για την προκοπή ή δεύτερη φορά αριστερά για τη συμφορά;» Όσον αφορά  στο ενδεχόμενο να προκύψει μια κυβέρνηση συνεργασίας από τις κάλπες θέτει μια σειρά ερωτημάτων, λέγοντας μεταξύ άλλων  «η πολιτική «Βαβέλ» η οποία θα προκύψει, με το μοίρασμα των χαρτοφυλακίων, με τις αναπόφευκτες διαφωνίες, την αμοιβαία επιφυλακτικότητα, ενδεχομένως και με μια παρατεταμένη περίοδο αβεβαιότητας και αστάθειας κ.λπ, σε τι ωφελεί άραγε;»

Σχετικά  με το πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας ο Χ. Θεοχάρης σημειώνει πως την επόμενη τετραετία στόχος είναι να δοθεί βαρύτητα στην αύξηση του εισοδήματος για μισθωτούς και συνταξιούχους, στην αναβάθμιση και τον εξορθολογισμό των παροχών υγείας και κοινωνικής ασφάλισης και στην αντιμετώπιση του ζητήματος της στέγασης, με ιδιαίτερη έμφαση στις ανάγκες και τις απαιτήσεις των νέων ανθρώπων.

Τι είπε στο ethnos.gr ο Χάρης Θεοχάρης

Η Νέα Δημοκρατία μιλά για διπλές κάλπες, καθώς εκτιμά πως δεν θα προκύψει κυβέρνηση από τις εκλογές της απλής αναλογικής. Σας ανησυχεί το ενδεχόμενο να υπάρξουν ψηφοφόροι οι οποίοι στον δεύτερο γύρο προσανατολίζονται να ψηφίσουν Νέα Δημοκρατία, αλλά στις πρώτες εκλογές θα θελήσουν να στείλουν ένα... μήνυμα στο κυβερνών κόμμα;

Η λογική της πρώτης Κυριακής δεν μπορεί να διαφέρει από τη λογική της δεύτερης. Αυτό που πρέπει να γίνει απολύτως κατανοητό κατά τη δική μου γνώμη, είναι πως δεν υπάρχουν περιθώρια να υποτιμηθεί η κρισιμότητα της εκλογής. Σέβομαι απολύτως την κρίση, όπως και την ελευθερία βούλησης κάθε Έλληνα και κάθε Ελληνίδας. Η χώρα χρειάζεται, το ταχύτερο δυνατόν, αυτοδύναμη και ισχυρή κυβέρνηση, ώστε να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά και χωρίς απώλεια πολύτιμου χρόνου μείζονα προβλήματα, όπως η ακρίβεια, το κόστος της ενέργειας, η τουρκική προκλητικότητα και δεκάδες ακόμη προκλήσεις. Επίσης, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει αποδείξει ότι διαθέτει αντανακλαστικά, ώστε να ανταποκρίνεται ακαριαία και να καλύπτει τις έκτακτες ανάγκες του λαού, με τη λήψη αποτελεσματικών μέτρων άμεσης ενέργειας. Επομένως, η «ανάλαφρη» προσέγγιση στις εκλογές, μπορεί ενδεχομένως να εξυπηρετεί τον ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα που κατεξοχήν επενδύει στην σύγχυση και την αναταραχή -αλλά δεν εξυπηρετεί καθόλου την πατρίδα μας. Διότι ο κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του, πολύ θα ήθελαν να αποδώσει το σαμποτάζ στα θεμέλια της εύρυθμης λειτουργίας του πολιτεύματος, γι' αυτό και καθιέρωσαν την καταστροφική απλή αναλογική. Η οποία αποτελεί εγγύηση για την ακυβερνησία, κάτι που δεν πρέπει, σε καμία περίπτωση, να επιτρέψουμε να συμβεί. Όπως εγώ το βλέπω, η πρώτη κάλπη είναι και η πλέον καθοριστική, αυτή που θα αναδείξει τον επόμενο κυβερνήτη της Ελληνικής δημοκρατίας. Τη δεύτερη Κυριακή θα πρέπει να επιβεβαιωθεί και να διευρυνθεί το αποτέλεσμα της πρώτης Κυριακής. Αποτέλεσμα που, για το κοινό καλό, για να διατηρηθεί η Ελλάδα σε σταθερή αναπτυξιακή τροχιά, για να μη χαθούν θέσεις εργασίας με επιπόλαιους πειραματισμούς και ακροβασίες, για να εξακολουθήσει η εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που εκσυγχρονίζουν τη χώρα μας κ.λπ. θα πρέπει να είναι η ανανέωση της εντολής στον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη Νέα Δημοκρατία. Χωρίς δεύτερη σκέψη, χωρίς αμφιταλάντευση.

Ποιο θα είναι το βασικό δίλημμα στο οποίο οι πολίτες θα κληθούν να απαντήσουν στις επόμενες εκλογές;

Όπως το έθεσε, νομίζω εξαιρετικά εύστοχα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε μια πρόσφατη ομιλία του, το δίλημμα των εκλογών συνοψίζεται στο εξής: Δεύτερη εντολή στη Νέα Δημοκρατία για την προκοπή ή δεύτερη φορά αριστερά για τη συμφορά; Αναλύοντάς το λίγο περισσότερο, οι Έλληνες ψηφοφόροι έχουν δύο επιλογές: Από τη μία, είναι η προοπτική της ανάπτυξης, της δημιουργίας θέσεων εργασίας, η ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων και αποκατάσταση του διεθνούς κύρους της Ελλάδας, η ουσιαστική στήριξη των πιο αδύναμων, ο εξορθολογισμός του κράτους και η πάταξη της γραφειοκρατίας -μεταξύ πολλών άλλων. Αυτά εγγυάται, αποδεδειγμένα πλέον ύστερα από σχεδόν τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία. Η άλλη επιλογή, είναι ο κ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ, με την εγκληματική ανικανότητα και τους νεκρούς στο Μάτι, το μάταιο δημοψήφισμα και το αχρείαστο μνημόνιο, την αθλιότητα με τη κατασυκοφάντηση των πολιτικών αντιπάλων του κ. Τσίπρα για το σκάνδαλο Novartis κ.λπ. Συνεπώς, το δίλημμα των εκλογών είναι εν τέλει εάν εμείς οι Έλληνες θέλουμε να πάμε μπροστά ή να χαθούμε σε ένα χαοτικό, αυτοκτονικό πισωγύρισμα. Ωστόσο, είμαι βέβαιος ότι το εκλογικό σώμα δεν στερείται κρίσης και μνήμης, όπως θα ήθελε ο κ. Τσίπρας. Όλοι θυμόμαστε τις ουρές στα ΑΤΜ για 20 ευρώ, όλοι θυμόμαστε τον στραγγαλισμό της μεσαίας τάξης με τη φορομπηχτική οικονομική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ. Και όλοι θυμόμαστε ότι «δεν υπάρχουν σύνορα στη θάλασσα», όπως έλεγε ο κ. Τσίπρας καθώς άνοιγε διάπλατα τις πύλες της χώρας σε ένα ανεξέλεγκτο ρεύμα δυστυχίας, με δεκάδες χιλιάδες κατατρεγμένους πρόσφυγες. Κατ' ουσίαν, λοιπόν, μόνο τύποις τίθεται δίλημμα. Διότι, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει τίποτα να αντιπαραθέσει στα έργα της Νέας Δημοκρατίας από το καλοκαίρι του 2019 έως σήμερα. Διότι, παρά την ακραία αντιξοότητα του διεθνούς περιβάλλοντος με τις αλλεπάλληλες κρίσεις (πανδημία, πόλεμος στην Ουκρανία, ενεργειακό και ακρίβεια), η κυβέρνηση υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αν μη τι άλλο, δημιούργησε πάνω από 300.000 νέες θέσεις εργασίας. Μείωσε την ανεργία, από το 17,5% το 2019, στο 11,4% -και εξακολουθεί να τη μειώνει περαιτέρω. Στηρίζει την κοινωνία και προστατεύει τα ελληνικά νοικοκυριά από την έκρηξη του τιμάριθμου με ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα οικονομικής ενίσχυσης, το οποίο ξεπέρασε τα 50 δισ. ευρώ. Απέναντι σε όλα αυτά, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει να αντιπαρατάξει μόνο άναρθρες κραυγές και πυροτεχνήματα ώστε να μασκαρέψει τη γύμνια του, όπως κάνει τώρα ο κ. Τσίπρας με τον δήθεν «ανένδοτο» αγώνα του και την αποχή από τη Βουλή. Τελικά, το δίλημμα των εκλογών μπορεί να τεθεί και ως εξής: Σοβαρότητα, συνέπεια λόγων και έργων, ή ολική αναξιοπιστία; Δε χρειάζεται να διευκρινίσω με ποιο προφίλ ταιριάζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης και με ποιο ο Αλέξης Τσίπρας.

Σε περίπτωση που δεν προκύψει κυβέρνηση ούτε στις δεύτερες εκλογές, πώς θα προχωρήσει η Νέα Δημοκρατία; Μετά από τις αποκαλύψεις για τις παρακολουθήσεις, πόσο εύκολο θα ήταν να συζητηθεί, σε μια τέτοια περίπτωση, μια συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ - ΚΙΝΑΛ;

Κατ' αρχάς, το ζήτημα των επισυνδέσεων -νόμιμων, όπως αποδείχθηκε- μοιάζει να αφορά λιγότερο τον κ. Ανδρουλάκη και απείρως περισσότερο τον κ. Τσίπρα. Ο οποίος, με ψέματα και υπερβολές επενδύει στην τοξικότητα. Προφανώς, ελλείψει άλλων επιχειρημάτων. Αλλά ας αντιστρέψουμε για λίγο την ερώτηση, αναδιατυπώνοντάς την ως εξής: Έχει η Ελλάδα το περιθώριο να περιμένει να ολοκληρωθούν διαβουλεύσεις και πολιτικά «παζάρια» μεταξύ υποψηφίων εταίρων σε μια κυβέρνηση συνεργασίας; Και, μάλιστα, μπορούμε να αφήσουμε τη χώρα χωρίς κυβέρνηση μεσούσης μιας εξαιρετικά δύσκολης συγκυρίας, με επικίνδυνες ισορροπίες σε πολλούς τομείς ταυτόχρονα (Ελληνοτουρκικά, ενέργεια, ακρίβεια κ.λπ); Η πολιτική «Βαβέλ» η οποία θα προκύψει, με το μοίρασμα των χαρτοφυλακίων, με τις αναπόφευκτες διαφωνίες, την αμοιβαία επιφυλακτικότητα, ενδεχομένως και με μια παρατεταμένη περίοδο αβεβαιότητας και αστάθειας κ.λπ, σε τι ωφελεί άραγε; Θεωρώ ότι, πάνω από όλα, τόσο εμείς ως πολιτικοί αλλά και κάθε πολίτης που συναισθάνεται τις ευθύνες του απέναντι στην πατρίδα, απέναντι στο μέλλον των παιδιών του επί της ουσίας, έχει καθήκον να προτάξει τον ορθολογισμό και το γενικότερο συμφέρον. Επίσης, για να είμαστε απολύτως ειλικρινείς, στην Ελλάδα δεν έχουμε παράδοση, «κουλτούρα» κυβερνήσεων συνεργασίας, εν αντιθέσει με αρκετά ευρωπαϊκά κράτη, όπου οι πολιτικοί αντίπαλοι συνεννοούνται και πορεύονται ενωμένοι, παρά τις ιδεολογικές και πολιτικές διαφωνίες τους. Εκτός αυτού, με έναν απρόβλεπτο παράγοντα στη γεωγραφική γειτονιά μας, όπως είναι η Τουρκία, η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια να δοκιμάζει αμφίβολης αποτελεσματικότητας εναλλακτικές. Γι' αυτό και η αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας και η ανανέωση της θητείας του Κυριάκου Μητσοτάκη ως πρωθυπουργού, είναι η μόνη ενδεδειγμένη και πραγματικά βιώσιμη λύση.

Στο πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας για την επόμενη τετραετία  ποια είναι τα τρία θέματα, στα οποία θα δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα;

Κατ' αρχάς να τονίσω  πως το  πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας δεν είναι «προεκλογικό». Άλλοι είναι αυτοί που αρέσκονται στο να καταστρώνουν προεκλογικά προγράμματα, με άκρατη παροχολογία και έναν βομβαρδισμό του κοινού με θεαματικά μεν, αλλά εντελώς ανεδαφικά και ανεφάρμοστά σχέδια.  Η ΝΔ έχει πρόγραμμα για την Ελλάδα, με ορίζοντα δεκαετίας και πλέον, δεν εστιάζει μόνο στο πώς θα κερδίσει τις εκλογές. Οι κεντρικοί πυλώνες αυτής της μακροπρόθεσμης, ξεκάθαρα αναπτυξιακής και μεταρρυθμιστικής πολιτικής είναι περισσότεροι από τρεις. Παρόλ' αυτά, ας ξεχωρίσουμε τη βασική τριάδα των στόχων μας με 1) την αύξηση του εισοδήματος για μισθωτούς και συνταξιούχους, 2) την αναβάθμιση και τον εξορθολογισμό των παροχών υγείας και κοινωνικής ασφάλισης, έτσι ώστε όλοι οι πολίτες να έχουν την περίθαλψη που τους αξίζει και σέβεται την αξιοπρέπειά τους, 3) την αντιμετώπιση του ζητήματος της στέγασης, με ιδιαίτερη έμφαση στις ανάγκες και τις απαιτήσεις των νέων ανθρώπων. Η συγκράτηση των ενοικίων, με τελικό στόχο οι κατοικίες να γίνουν πιο προσιτές σε όσο το δυνατόν περισσότερους συμπολίτες μας, είναι ένα από τα μεγάλα στοιχήματα της Νέας Δημοκρατίας για την επόμενη τετραετία. Βεβαίως, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι ορισμένα μεγάλα και θεμελιώδους σημασίας βήματα, δηλαδή κυβερνητικές παρεμβάσεις με έντονο κοινωνικό αποτύπωμα, έχουν ήδη γίνει ή είναι δρομολογημένες. Όπως, φερ' ειπείν οι αυξήσεις στις συντάξεις για πρώτη φορά μετά από πάρα πολλά χρόνια, η κατάργηση της Εισφοράς Αλληλεγγύης και η αύξηση του κατώτατου μισθού από 1ης Απριλίου 2023. Την έταξε ο κ. Τσίπρας, στάθηκε παντελώς ανίκανος να την εφαρμόσει, την υλοποιεί η Νέα Δημοκρατία. Μαζί με την ταχύτατη ψηφιοποίηση του κράτους, τη δραστική μείωση της εγκληματικότητας, τη δημιουργία πρόσφορων συνθηκών για την προσέλκυση μεγάλων ξένων επενδύσεων και «ψηφιακών νομάδων», την επιτάχυνση των διαδικασιών ώστε να προχωρήσει το εμβληματικό project στο Ελληνικό κ.λπ.

Η πορεία των τιμών αποτελεί το βασικό πρόβλημα των νοικοκυριών και το επόμενο διάστημα θα «τρέξουν» νέα μέτρα στήριξης, όπως η αύξηση του κατώτατου μισθού. Σε περίπτωση, ωστόσο, που συνεχιστούν οι αυξήσεις σε βασικά αγαθά, θα πρέπει να αναμένονται πρόσθετες παρεμβάσεις, όπως φερ' ειπείν ένα «δώρο» Πάσχα για τους ευάλωτους;

Θεωρώ πως η απάντηση στο ερώτημά σας έχει ήδη δοθεί από την έως τώρα πολιτική της Νέας Δημοκρατίας: Αμέριστη στήριξη στους πολίτες που δοκιμάζονται από τις ανατιμήσεις. Καμία κυβέρνηση, τουλάχιστον από τη Μεταπολίτευση και εξής, δεν έχει διοχετεύσει, υπό διάφορα σχήματα και μορφές έκτακτης επιδότησης, τόσο μεγάλα κονδύλια για την προστασία των εισοδημάτων από τον ανεξέλεγκτο τιμάριθμο. Το «Καλάθι του Νοικοκυριού», λόγου χάριν, είχε τεράστια επιτυχία και προσέφερε ουσιαστική ανάσα σε εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας, όπως και η απορρόφηση από το κράτος των υπέρογκων αυξήσεων στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος, σχεδόν στο ακέραιο. Θα πρέπει, ωστόσο, να βλέπουμε τη μεγαλύτερη εικόνα, πέρα από τα επιδόματα, τα οποία είναι μεν απαραίτητα και σημαντικά, αλλά δε συνιστούν πολιτική με βάθος και αναπτυξιακή προοπτική. Διότι η πραγματική ανακούφιση για τις κατώτερες εισοδηματικές τάξεις της ελληνικής κοινωνίας θα προκύψει από την ανάπτυξη. Και ως προς αυτό, οι Έλληνες ξέρουν καλά ότι η Νέα Δημοκρατία είναι η μόνη πολιτική δύναμη που έχει ως σημαία της την ανάπτυξη και τις επενδύσεις. Εξού και σήμερα η χώρα μας καταγράφει έναν από τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρώπη. Έχοντας επιτύχει παράλληλα την πιο θεαματική μείωση χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Και σε ό,τι αφορά στις επενδύσεις, η Ελλάδα καταρρίπτει ρεκόρ, όπως και στις εξαγωγές. Ο δε πληθωρισμός είναι καθ' ημάς κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, γεγονός που προξενεί εντύπωση στη διεθνή κοινότητα, με αρκετούς ξένους αξιωματούχους να απορούν πώς τα καταφέρνει η Ελλάδα να συγκρατεί τις τιμές, ζητώντας ακόμη και τεχνογνωσία από την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Ο Τούρκος πρόεδρος ανοίγει το ένα θέμα μετά το άλλο, έχοντας το βλέμμα στραμμένο πρωτίστως στο εσωτερικό ακροατήριο. Βλέπετε περαιτέρω κλιμάκωση της ρητορικής του το επόμενο διάστημα; 

Δυστυχώς, από τον Ταγίπ Ερντογάν θα πρέπει να περιμένουμε οτιδήποτε -και κυρίως δυσάρεστες εκπλήξεις. Είναι προφανές πως όποιος υιοθετεί τη ρητορική του νταή, με απειλές του τύπου «θα έρθουμε νύχτα» κ.λπ., δεν προτίθεται να αναπτύξει σχέσεις φιλικής γειτονίας με άλλα κράτη. Εμείς από την πλευρά μας είμαστε καλύτερα εξοπλισμένοι από ποτέ και περισσότερο έτοιμοι να αναχαιτίσουμε κάθε απειλή, χάρη σε ένα γενναίο πρόγραμμα ενίσχυσης της Εθνικής Άμυνας, με τα αεροσκάφη Rafale, τα F16-Viper, τις φρεγάτες Belharra, με τις στέρεες στρατηγικές συμμαχίες της Ελλάδας με τη Γαλλία και τις ΗΠΑ. Ποτέ η πατρίδα μας δεν ήταν πιο ισχυρή και πιο περήφανη -κάτι που πιστοποιείται εμμέσως από το θυμό και την απελπισία του Ερντογάν για τα καινούργια όπλα μας. Και ενώ είναι εκπεφρασμένη σε όλους τους τόνους η αρχή της ελληνικής πλευράς να μην ανοίγει, να μην περιμένει καν διάλογο με το παράλογο, παραμένουμε ανοιχτοί στον διάλογο με οποιονδήποτε τηρεί ευλαβικά το διεθνές δίκαιο -ακριβώς δηλαδή ό,τι κάνει η Ελλάδα.

συνέντευξηΝέα ΔημοκρατίαΧάρης Θεοχάρηςειδήσεις τώραεκλογές 2023