Πώς θα ανασυγκροτηθούν οι προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις ώστε να αποτελέσουν υπολογίσιμο αντίπαλο απέναντι στη δεξιά του Κυριάκου Μητσοτάκη; Η μεγάλη ανατροπή στο αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών έκανε περισσότερο επιτακτική τη συζήτηση περί ανασυγκρότησης της κεντροαριστεράς στην Ελλάδα, που είχε έτσι κι αλλιώς ανοίξει μετά τα απογοητευτικά αποτελέσματα των Ευρωεκλογών.
Στη Γαλλία διαψεύδοντας τα προγνωστικά, η ακροδεξιά της Μαρίν Λεπέν έχασε πανηγυρικά στον δεύτερο γύρο των εκλογών, με το Νέο Λαϊκό Μέτωπο του Ζαν Λικ Μελανσόν να έρχεται πρώτο, ακολουθούμενο από την Αναγέννηση του Εμανουέλ Μακρόν. Και εάν ο Μελανσόν αποτελεί αμφιλεγόμενο πρόσωπο στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή, ως «ακραίος» (γιατί μιλάει για φορολογία του πλούτου ή αντιτίθεται στον μεταναστευτικό νόμο), αυτό δε σταμάτησε τους δημοκράτες πολίτες από το να στηρίξουν το Νέο Λαϊκό Μέτωπο που συγκροτήθηκε από την απαίτηση για ενότητα απέναντι στην ακροδεξιά.
Την ίδια στιγμή, και ενώ η συζήτηση για την ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς στην Ελλάδα ήδη έχει ανοίξει, ο μεν ΣΥΡΙΖΑ του Στέφανου Κασσελάκη αναλώνεται σε (από το πουθενά) συζητήσεις περί «μαύρου χρήματος», διαδικτυακών τρολ και αποδόμησης του Αλέξη Τσίπρα (κάπου μεταξύ όλων αυτών ανακοινώθηκε από τον πρόεδρο και το κλείσιμο των μέσων του κόμματος, αλλά αυτή είναι μία άλλη ιστορία), το δε ΠΑΣΟΚ έχει τα δικά του, με την κούρσα διεκδίκησης της προεδρίας να έχει ανοίξει, χωρίς κανείς να επικαλείται ουσιαστικους, πολιτικούς λόγους πέραν των ποσοστών των Ευρωεκλογών και τους μνηστήρες να είναι πολλοί – μέχρι στιγμής 7, αλλά αναμένονται και άλλοι. Το ΚΚΕ, έτσι κι αλλιώς δε συζητάει τέτοια σενάρια, ενώ, η Νέα Αριστερά, που κατέγραψε χαμηλό εκλογικό αποτέλεσμα στις Ευρωεκλογές, έχει δηλώσει παρούσα στη συζήτηση, αλλά με τα άλλα δύο μεγάλα προοδευτικά κόμματα σε αναβρασμό, αυτή τη στιγμή είναι δύσκολο να αποτελέσει «υπολογίσιμο» συνομιλητή. Έχει ο καιρός γυρίσματα, βεβαίως.
Με αφορμή τις γαλλικές κάλπες, βέβαια, αξίζει να σημειωθεί ότι, ο πρόεδρος του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, λίγες ώρες πριν αυτές ανοίξουν και κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της κεντρικής επιτροπής το Σάββατο 06/07, έκανε λόγο για «ενώσεις διά της απλής συγκολλήσεως» που «δεν κέρδισαν ποτέ ένα κόμμα που κυβερνά, όσο διεφθαρμένο κι αν ήταν. Ούτε αντιμετώπισαν ποτέ αποτελεσματικά τους κινδύνους που έρχονται από την Ακροδεξιά. Ακόμη και στη Γαλλία ο αριστερός συνασπισμός αφαίρεσε από τον Μακρόν κι όχι από τη Λεπέν» - προφανώς έχοντας το βλέμμα στο εσωκομματικό του ακροατήριο. Το βράδυ της Κυριακής, και μετά την ανακοίνωση των επίσημων exit polls για τη μεγάλη νίκη του γαλλικού λαού κατά της ακροδεξιάς, επανήλθε με ανάρτηση στο Χ, στην οποία ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι, «σήμερα ο λαός της Γαλλίας έδειξε τον δρόμο. Στάθηκε απέναντι στο τέρας της Ακροδεξιάς και τον απαξιωμένο νεοφιλελευθερισμό. Με ένα λαϊκό μέτωπο επιβεβλημένο από την κοινωνία για να αντιπαρατεθεί με το μίσος και την οπισθοδρόμηση. Με τη σύγχρονη Αριστερά στην πρώτη γραμμή της Δημοκρατίας».
Το ερώτημα, ωστόσο, παραμένει: πώς θα συγκροτηθεί η δυνάμει προοδευτική ενότητα που θα αποτελέσει ανάχωμα στη δεξιά; Σε ποια πεδία μπορεί να υπάρξουν συγκλίσεις, και τι μάθανε τα προοδευτικά κόμματα από τις γαλλικές εκλογές; Υπάρχουν οι αντικειμενικές συνθήκες για κάτι τέτοιο και πώς, τελικά, σε αυτό το τοπίο μπορεί να παραχθεί πολιτική; Το ethnos.gr ρώτησε την εκπρόσωπο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Βούλα Κεχαγιά, τον βουλευτή Νοτίου Τομέα Αθηνών του ΠΑΣΟΚ, Παύλο Χρηστίδη και τη βουλεύτρια Αχαϊας της Νέας Αριστεράς, Σία Αναγνωστοπούλου.
Βούλα Κεχαγιά: «Οι κοινωνικές δυνάμεις όταν θέλουν μπορούν να επιβάλουν στις ηγεσίες τα πιστεύω και τα θέλω τους»
Με την ακροδεξιά να επελαύνει στην Ευρώπη, το αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών στέλνει στις (εγχώριες) προοδευτικές δυνάμεις ένα μήνυμα. Ποιο είναι αυτό; Τι έχουν να μάθουν τα προοδευτικά κόμματα της Ελλάδας από το Νέο Λαϊκό Μέτωπο;
To μήνυμα που φθάνει στις προοδευτικές δυνάμεις της χώρας μας από τη Γαλλία είναι ότι οι κοινωνικές δυνάμεις όταν θέλουν μπορούν να επιβάλουν στις ηγεσίες τα πιστεύω και τα θέλω τους. Τα αποτελέσματα των γαλλικών εκλογών δείχνουν ότι όταν τα προοδευτικά κόμματα υπερβαίνουν τις διαφορές τους και συνεννοούνται μπορούν να προκαλέσουν ανατροπές. Όπως συνέβη στη Γαλλία όπου το Νέο Λαϊκό Μέτωπο ανέκοψε την έλευση της Ακροδεξιάς στην εξουσία ανατρέποντας τα προγνωστικά. Δείχνουν επίσης ότι από κοινού μπορούν να αναζητηθούν λύσεις στα μείζονα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι Έλληνες, όπως η ακρίβεια, η στεγαστική κρίση και η κατάλυση των αρχών του Κράτους Δικαίου.
Στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, το περασμένο Σάββατο, αναφερόμενος στην προοπτική συμπράξεων στην κεντροαριστερά με διαδικασίες από πάνω προς τα κάτω, ο πρόεδρος του κόμματος έκανε λόγο για «τραγέλαφο». Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος στη Γαλλία, θα έλεγε κανείς ότι δεν ήταν και τόσο. Εμμένετε σε αυτή την άποψη;
Όπως εξήγησε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ κανείς δεν αρνείται ότι χρειάζονται συγκλίσεις. Όμως αυτές θα γίνουν συντεταγμένα και με διαφάνεια και όχι πίσω από κλειστές πόρτες απλώς για να επιτευχθεί ένα άθροισμα ποσοστών. Επομένως ό,τι γίνει θα γίνει με συντονισμένα βήματα και σταδιακά από «κάτω προς τα πάνω» χωρίς συγκολλήσεις και με τη διατήρηση της αυτονομίας και αυτοτέλειας των προοδευτικών κομμάτων. Στη Γαλλία επίσης δεν υπήρξε διάλυση ή ρευστοποίηση των κομμάτων που συγκρότησαν το Νέο Λαϊκό Μέτωπο. Υπήρξε μία κατεπείγουσα ανάγκη να ανακοπεί η άνοδος της Ακροδεξιάς και οι ηγεσίες των κομμάτων, επέδειξαν αντανακλαστικά και συνεργάστηκαν ακούγοντας την κοινωνία χωρίς να συγχωνεύσουν τους πολιτικούς οργανισμούς που εκπροσωπούν.
Από την αλλαγή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα έχει δεχτεί κριτική ένθεν – κακείθεν για υπερπροβολή του «εγώ» (είτε αυτό αφορά την προσωπική του ζωή, είτε τις απόψεις, είτε το lifestyle) του προέδρου του. Ο -εμβληματικός για τον χώρο- Αλέξης Τσίπρας, το βράδυ των γαλλικών εκλογών σε ανάρτησή του, έκανε λόγο για «επικράτηση του “εμείς” και παραμερισμό των “εγώ”» ως βασική προϋπόθεση για την συγκρότηση προοδευτικής κυβέρνησης. Συμφωνείτε και, αν ναι, ποια βήματα πρέπει να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ προς αυτή την κατεύθυνση;
Μα για να φθάσουμε κάποια στιγμή σε μία εκλογική συμμαχία όπως αναφέρεται και στο κείμενο απόφασης της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ πρέπει να συνεννοηθούμε όλοι μαζί. Θα πρέπει να συμφωνήσουν όλοι οι εμπλεκόμενοι επιδεικνύοντας την πολιτική βούληση να γεφυρωθούν οι διαφορές. Εμείς στον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ ως υπεύθυνη αξιωματική αντιπολίτευση θα πάρουμε νομοθετικές πρωτοβουλίες για κρίσιμα θέματα που ταλαιπωρούν τους πολίτες όπως το ιδιωτικό χρέος, τις τράπεζες και την στεγαστική κρίση. Και όπως προανήγγειλε ο Στέφανος Κασσελάκης ο ίδιος θα απευθυνθεί στην (όποια) ηγεσία του ΠΑΣΟΚ ώστε να εκδηλωθεί μία κοινή κοινοβουλευτική πρωτοβουλία.
Παύλος Χρηστίδης: «Το πέρασμα από την απογοήτευση στην πατριωτική αυτοπεποίθηση δεν θα έρθει μέσα από γενικολογίες, ψευδοθαύματα και Ευχολόγια»
Με την ακροδεξιά να επελαύνει στην Ευρώπη, το αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών στέλνει στις (εγχώριες) προοδευτικές δυνάμεις ένα μήνυμα. Ποιο είναι αυτό; Τι έχουν να μάθουν τα προοδευτικά κόμματα της Ελλάδας από το Νέο Λαϊκό Μέτωπο;
Τα αποτελέσματα των εκλογών στη Γαλλία έχουν διπλή ανάγνωση. Το εκλογικό σύστημα της Γαλλίας επέτρεψε την εκλογή περισσότερων Βουλευτών στην ένωση των προοδευτικών δυνάμεων, ο απόλυτος όμως αριθμός ψήφων της ακροδεξιάς αποδεικνύει ότι το πρόβλημα σήμερα στην Ευρώπη, τη Γαλλία, την Ελλάδα και αλλού είναι βαθύτερο. Το μετεκλογικό επίσης ερώτημα, του τι μπορεί να πετύχει ένας συνασπισμός έναντι της ακροδεξιάς απουσία άλλων συνεκτικών δομικών στοιχείων μένει επίσης να απαντηθεί. Οι εκλογικές συμμαχίες ετερογενών μάλιστα πολιτικά δυνάμεων δεν είναι η απάντηση στην ακροδεξιά επέλαση. Το ερώτημα είναι γιατί αυξάνεται η εκλογική επιρροή κομμάτων που στρέφονται ενάντια στον άνθρωπο και η απάντηση είναι διότι υπάρχει πολιτικό κενό. Το κενό προέκυψε από την «κουλτούρα» συνεργασίας μεταξύ αντίθετων πολιτικών ρευμάτων και μια οργανωμένη προσπάθεια συγκεκριμένων κύκλων που προωθούσαν τα ιδιωτικά τους συμφέροντα ανεξάρτητα από την εκάστοτε διακυβέρνηση. Η κατάληξη είναι η διαμόρφωση ως κυρίαρχης της άποψης ότι «όλοι ίδιοι είναι», που με τη σειρά της και λόγω της διαρκούς υποβάθμισης του επιπέδου διαβίωσης, αφήνει ως επιλογή αντίδρασης την ψήφο σε ακροδεξιά μορφώματα που ανακαλύπτουν διαρκώς βολικούς εχθρούς. Η διέξοδος από τον φαύλο αυτό κύκλο είναι η επιστροφή στις αρχές και τις αξίες της Δημοκρατίας, στην ανάκτηση του ελέγχου του κράτους από το λαό, την αναγέννηση των διακριτών ιδεολογιών, την ανάπτυξη κινήματος και κουλτούρας πολιτικής συμμετοχής μέσα στα κόμματα, ως φορείς αυθεντικής έκφρασης των συμφερόντων των συμμετεχόντων πολιτών.
Πέρυσι, πριν τις εθνικές εκλογές με την απλή αναλογική, ο -τότε- αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Αλέξης Τσίπρας, έκανε λόγο για κυβέρνηση συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, την ίδια ώρα που, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, έβγαινε σε συνεντεύξεις του και διαμήνυε ότι δεν υπάρχει καμία τέτοια περίπτωση. Ένα χρόνο αργότερα, έχουμε μία (φαινομενικά τουλάχιστον) ισχυρότατη δεξιά κυβέρνηση, και τρία ακροδεξιά κόμματα στη Βουλή. Τελικά, αν λάβουμε υπόψη μας και τις γαλλικές εκλογές (και με δεδομένο βέβαια ότι, στη Γαλλία, τα δημοκρατικά αντανακλαστικά των πολιτών μάλλον λειτουργούν καλύτερα αν σκεφτεί κανείς ότι υπάρχει κίνημα, υπάρχουν θεσμοί κλπ.), στην Ελλάδα για ποιες συγκλίσεις μιλάμε; Ποιος θα κάνει πίσω, πώς θα βρεθεί κοινός τόπος μεταξύ των προοδευτικών και αριστερών δυνάμεων, όσο η (ακρο)δεξιά συσπειρώνει το ακροατήριό της;
Η ιστορία δεν ξεκινά το 2023, ούτε το 2019. Ο κ. Τσίπρας, ανήλθε στην πρωθυπουργία στοχοποιώντας κυρίως την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, σχημάτισε κυβέρνηση με ένα κόμμα της Ακροδεξιάς και ενσωμάτωσε δεκάδες στελέχη από αυτό, υιοθετώντας και την κουλτούρα ανοχής σε φράσεις όπως «στα τέσσερα», που συνέβαλαν στην αποδοχή της ακροδεξιάς ρητορικής. Σας θυμίζω επίσης ότι στη Συμφωνία των Πρεσπών επέλεξε να διαχωριστεί από τον κ. Κοτζιά και να συνεχίσει με τον κ. Καμμένο. Το πρόβλημα όμως είναι η απόσταση που έχουν τα πολιτικά κόμματα από την κοινωνία. Το ερώτημα επομένως είναι σε λάθος βάση εάν αναζητά προϋποθέσεις συνεργασίας και συντονισμού πολιτικών προσώπων που έχοντας κομβική θέση στα κόμματά τους διατηρούν την κοινωνία σε απόσταση. Άλλωστε, το προεκλογικό κάλεσμα του κ. Τσίπρα ήταν μια εκλογική παγίδα ετεροπροσδιορισμου για το ΠΑΣΟΚ κατά κύριο λόγο, που καλούνταν να επιλέξει εάν θα πάει με τη δεξιά ή με την αριστερά, λες και είναι συμπλήρωμα και όχι αυτόφωτος φορέας πολιτικής. Χωρίς στην πραγματικότητα να υπάρχει πραγματικό επίδικο, ο ΣΥΡΙΖΑ μας καλούσε να ακυρώσουμε το λόγο ύπαρξής μας. Το ΠΑΣΟΚ, δεν ανήκει ούτε στον εκάστοτε Πρόεδρό του, ούτε στα κόμματα που επιδιώκουν να το διαδεχθούν. Ήταν, είναι και θα παραμείνει ανεξάρτητα από την έκβαση των εσωκομματικών εκλογών, ΚΙΝΗΜΑ του ελληνικού λαού, κτήμα του ελληνικού λαού, που δεν πωλείται, δεν εκποιείται και σίγουρα δεν χαρίζεται όσοι και αν πιέσουν προς αυτή την κατεύθυνση. Το ΠΑΣΟΚ είναι η λύση στη σημερινή δυστοπία και είναι η μόνη πραγματική πολιτική υφιστάμενη δύναμη που μπορεί να ανακόψει όχι απλώς την ακροδεξιά αλλά και την βαθιά συντήρηση που κυβερνά, ακυρώνοντας σταδιακά κάθε κατάκτηση της μεταπολίτευσης και υπονομεύοντας διαρκώς τη ζωή του ελληνικού λαού.
Στη Βρετανία, ο Στάρμερ μοιάζει να πηγαίνει μπροστά με κεντροδεξιό πρόγραμμα, στη Γαλλία ο Γκλυκσμάν θεωρείται συζητήσιμος συνομιλητής- μήπως παραείναι «καθωσπρέπει» η σοσιαλδημοκρατία; Μήπως, τελικά, είναι περισσότερο κέντρο και λιγότερο Αριστερά;
Το μήνυμα των εκλογών στη Μ. Βρετανία, στη Γαλλία, στη Γερμανία, την Ισπανία, την Πορτογαλία είναι ότι η υπερδεκαετής επικράτηση των δυνάμεων της συντήρησης όπως η ΝΔ στην Ελλάδα, οι Τόρρις στη Βρετανία, η Μερκελ στη Γερμανία κοκ, κάνουν τη ζωή χειρότερη για τη συντριπτική πλειοψηφία των ευρωπαϊκών λαών. Η σύγχυση που προκλήθηκε για τις διαχωριστικές ιδεολογικές γραμμές μεταξύ σοσιαλδημοκρατίας και συντηρητικών νεοφιλελεύθερων κομμάτων στα πλαίσια της καθοδηγούμενης real politics είναι αυτή που απομάκρυνε τους λαούς από την πολιτική συμμετοχή. Η εικόνα αυτή ανατρέπεται σταδιακά και θα ανατραπεί και στην Ελλάδα όσα τερτίπια και αν δοκιμαστούν για να εμφανίσουν τον κ. Μητσοτάκη ως ανάχωμα στην ακροδεξιά τη στιγμή που οι πολιτικές του την τροφοδοτούν. Το ΠΑΣΟΚ, αλλά και τα ευρωπαϊκά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα οφείλουμε να εκφράσουμε τα συμφέροντα του λαού αναφοράς σε κάθε χώρα και ακολούθως να συνθέσουμε τα κοινά συμφέροντα για να έχει λόγο ύπαρξης η ΕΕ. Αυτό πρέπει να κάνουμε στο ΠΑΣΟΚ. Η δυσπιστία απέναντι σε εμάς είναι εύλογη από την άποψη ότι ο ελληνικός λαός περίμενε και περιμένει από το ΠΑΣΟΚ να προασπίσει τα συμφέροντά του. Η εξαετία της ΝΔ (2004 – 2010) που οδήγησε στην χρεοκοπία και στην επικράτηση πολιτικών ΝΔ έκτοτε μέχρι σήμερα, έχει αφήσει τα σημάδια της σε όλο το κράτος, σε κάθε οικογένεια. Παρ’ όλα αυτά το ΠΑΣΟΚ είναι εδώ, δυναμώνει κάθε μέρα και έχει πραγματική υπόσταση σε ολόκληρη την κοινωνία. Θα ανακτήσουμε τη δυναμική μας και την εκλογική μας επιρροή όταν πετύχουμε να πείσουμε τον ελληνικό λαό να ξεπεράσει το φόβο του, να ανακτήσει και πάλι την πατριωτική του αυτοπεποίθηση, την πίστη δηλαδή ότι μπορούμε όλοι μαζί να τα καταφέρουμε, όταν πάρουμε την απόφαση να κάνουμε πράξη τα όνειρά μας. Η αλλαγή αυτή στη νοοτροπία, το πέρασμα δηλαδή από την απογοήτευση και τον φόβο στην πατριωτική αυτοπεποίθηση δεν θα έρθει μέσα από γενικολογίες, ψευδοθαυματα και Ευχολόγια. Αντίθετα θα έρθει από τη νοοτροπία που συνοψίζεται στη δήλωση ενός πραγματικού πρωταθλητή, του αρχηγού της εθνικής ομάδας μπάσκετ, Κώστα Παπανικολάου, που μετά την πρόκριση στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού κάλεσε τους Έλληνες να συνεχίσουν να ονειρεύονται. Αυτή είναι η καρδιά του πρωταθλητή που δεν σταματάει σε μια ήττα, δεν πετάει στα σύννεφα με μια νίκη, έχει κερδίσει σχεδόν τα πάντα στην καριέρα του και συνεχίζει να ονειρεύεται. Αυτό είμαστε στο ΠΑΣΟΚ, αυτό ήταν η Ελλάδα και ο ελληνικός λαός πριν από το 2004 και αυτό πρέπει να θυμηθούμε συλλογικά, να παλέψουμε συλλογικά και δημοκρατικά και να πετύχουμε ως λαός με το αυθεντικό κίνημα του λαού ξανά στην εξουσία. Η επιτυχία μας όμως θα κριθεί σε κάθε γωνιά της Ελλάδας αν πείσουμε όλους τους Έλληνες και τις Ελληνίδες να συμμετέχουν, να καθορίσουν τις εξελίξεις, να ενώσουν τις δυνάμεις για μια καλύτερη ζωή για όλους.
Σία Αναγνωστοπούλου: «Αν η μάχη για την ακρίβεια, τη στεγαστική κρίση ή τη δημόσια υγεία δεν αποκτήσει ταξικό και λαϊκό βάθος, δεν πρόκειται να πείσει κανέναν»
Με την ακροδεξιά να επελαύνει στην Ευρώπη, το αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών στέλνει στις (εγχώριες) προοδευτικές δυνάμεις ένα μήνυμα. Ποιο είναι αυτό; Τι έχουν να μάθουν τα προοδευτικά κόμματα της Ελλάδας από το Νέο Λαϊκό Μέτωπο;
Το πρώτο μήνυμα είναι ότι η «κεντρώα», αυταρχική και νεοφιλελεύθερη πολιτική βλάπτει σοβαρά τη δημοκρατία. Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές στη Γαλλία, κυρίως αυτή του Εμμανουέλ Μακρόν τα τελευταία χρόνια τροφοδότησαν την άνοδο της ακροδεξιάς. Η αντίσταση σε αυτή την πολιτική ενός τμήματος της γαλλικής κοινωνίας (τεράστιες διαδηλώσεις απέναντι στην αύξηση των συνταξιοδοτικών ορίων, απέναντι στην ακρίβεια κλπ) αγνοήθηκαν επιδεικτικά από τον πρόεδρο Μακρόν στο «όνομα της σταθερότητας και των αγορών». Η σύμπηξη λοιπόν του Νέου Λαϊκού Μετώπου δεν ήρθε ξαφνικά ως κεραυνός εν αιθρία. Οι ζυμώσεις στην κοινωνία και τα συνδικάτα υπήρχαν. Αυτό που έκαναν ωστόσο οι αριστερές πολιτικές δυνάμεις μπροστά στην άμεση απειλή της ακροδεξιάς ήταν να ορίσουν, με δύναμη και μαζί, το πεδίο της μάχης, να ονοματίσουν τα όπλα για τη μάχη (πρόγραμμα με κόκκινες γραμμές), να συμπυκνώσουν τις ταξικές διεκδικήσεις σε ένα παλλαϊκό, δημοκρατικό αίτημα: «no passaran». Έδωσαν υπερηφάνεια στους Γάλλους πολίτες ώστε να υψώσουν όλοι μαζί ανάστημα. Στην Ελλάδα φυσικά δεν έχουμε ταυτόσημες συνθήκες. Έχουμε όμως πολλές αναλογίες. Δεν χρειάζεται να φτάσει η ακροδεξιά σε απειλητικά ποσοστά για να κινητοποιηθεί επιτέλους ο αριστερός, δημοκρατικός κόσμος. Η «κεντρώα», δεξιά πολιτική, μίγμα παραδοσιακού πελατειασμού και σκληρού νεοφιλελευθερισμού και αυταρχισμού της ΝΔ, που διαλύει ό,τι με κόπο οικοδομήθηκε στα 50 χρόνια Μεταπολίτευσης, η αποχή από την εκλογική διαδικασία που δείχνει σε μεγάλο βαθμό απόγνωση και χαμηλές προσδοκίες από την ίδια τη δημοκρατική διαδικασία, δεν αφήνει περιθώρια για εφησυχασμό. Συνδικάτα, οργανώσεις, σωματεία, κλπ., πρέπει να εμπλακούν δυναμικά από τις πολιτικές δυνάμεις του προοδευτικού χώρου σε μια από κοινού πορεία διεκδικήσεων. Να ξαναοριστεί με σαφήνεια και δύναμη ο τόπος των διεκδικήσεων. Αυτός ο τόπος είναι ταξικός, ιδεολογικός και πολιτικός. Η ακρίβεια είναι ταξική. Η στεγαστική κρίση επίσης. Η κατάρρευση του κοινωνικού κράτους έχει σκληρά ταξικό πρόσημο. Δεν είναι «κακή» η διαχείριση της κυβέρνησης της ΝΔ. Είναι βαθιά ταξική. Επομένως, στην Ελλάδα τα προοδευτικά κόμματα μπορούν (και οφείλουν θα έλεγα) να συμπήξουν μέτωπο, με τον όρο ότι ο κοινός βηματισμός θα εμπλέξει «τους από κάτω», θα θέσει τις κόκκινες γραμμές ώστε ο βηματισμός από πάνω να αποκτήσει δύναμη. Πάντως στη Γαλλία ούτε Μεσσίες ούτε Ζορό χρειάστηκαν. Αυτός ο κοινός βηματισμός απαιτήθηκε και για αυτό έφερε μια αναπάντεχη για πολλούς ανατροπή.
Μήπως η πούρα, αριστερή γραμμή που βάζετε κι εσείς (ως Νέα Αριστερά) όπως αντίστοιχα στη Γαλλία ο Μελανσόν, έρχεται ως αποδοχή μόνο όταν η εναλλακτική είναi κάτι πολύ διακριτά αντιδραστικό; Τελικά, οι πολίτες συσπειρώνονται γύρω από τις ιδέες της Αριστεράς (πείστηκαν, ας πούμε, από την ατζέντα Μελανσόν), ή ενάντια στην ακροδεξιά;
Θα μου επιτρέψετε να μη συμφωνήσω με τη λέξη «πούρα». Σε ό,τι αφορά τη Νέα Αριστερά μάλιστα, ποτέ δεν θεωρήσαμε ότι πρέπει να δώσουμε μάχη χαρακωμάτων για να αποδείξουμε ποια πολιτική δύναμη είναι πιο «καθαρή» αριστερή από μια άλλη. Αντιθέτως, διεκδικούμε αριστερές, ριζοσπαστικές, ρεαλιστικές πολιτικές που ανταποκρίνονται στα «πάθη» της κοινωνίας. Οι μάχες όμως, για να είναι νικηφόρες, δίνονται σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο (η ΝΔ του κ. Βορίδη το γνωρίζει αυτό πολύ καλά. Τα προοδευτικά κόμματα δεν το πήραν στα σοβαρά). Δεν μπορείς να ορίσεις τη μάχη με τον αντίπαλο, να συνεγείρεις αυτούς στους οποίους απευθύνεσαι, να εκφράσεις τις διεκδικήσεις τους (να τους εμπνεύσεις να τις εκφράσουν καλύτερα), χωρίς ιδεολογικό στίγμα. Αν για παράδειγμα, η μάχη για την ακρίβεια ή τη στεγαστική κρίση ή για τη δημόσια υγεία δεν αποκτήσει ταξικό και λαϊκό βάθος, δεν έχει κόκκινες γραμμές δεν πρόκειται να πείσει κανέναν. Και αυτό χρειάζεται κοινούς αγώνες και κοινή γραμμή των προοδευτικών κομμάτων. Αν δεν δώσεις ιστορικότητα σε ένα αριστερό, δημοκρατικό αφήγημα, θέτοντας στο επίκεντρο το «τι χώρα θέλουμε;», αν δεν το συνδέσεις με τα μεγάλα αφηγήματα του παρελθόντος, οι μάχες θα είναι περί διαγραμμάτων για το «ποιος είναι καλύτερος διαχειριστής, ποιος μιλάει καλύτερα αγγλικά, ποιος είναι πιο πατριώτης από τον άλλο». Το παράδειγμα της Γαλλίας είναι χαρακτηριστικό: η ονομασία του μετώπου «Νέο Λαϊκό Μέτωπο» παραπέμπει και ορίζεται ως συνέχεια του Λαϊκού Μετώπου του 1936 του Λεό Μπλουμ, το δε πρόγραμμα του σημερινού Μετώπου έχει πολλές αναλογίες με εκείνο το πρόγραμμα. Ας θυμηθούμε ότι τις πληρωμένες διακοπές, τις συλλογικές συμβάσεις κλπ, τις οφείλουμε σε εκείνο το μακρινό Λαϊκό Μέτωπο. Σε μια σημερινή Γαλλία που ο ένας στους δύο Γάλλους δεν μπορεί να πάει διακοπές, το κοινό αριστερό πρόγραμμα του Νέου Λαϊκού Μετώπου έδωσε «υλικότητα» (καθημερινές ανάγκες) στο μεγάλο διακύβευμα: αυτό κατά της ακροδεξιάς. Να αναφέρω απλώς για τον Μελανσόν ότι ηγείται του μεγαλύτερου κόμματος αυτού του μετώπου, και όμως ήταν αυτός κατεξοχήν που πρωταγωνίστησε στη σύμπηξη του Μετώπου.
Αποχωρήσατε από τον ΣΥΡΙΖΑ στη λογική του ότι μετατοπίστηκε ιδεολογικά και έπαψε να είναι Αριστερά. Τώρα, που συζητιέται η 6ήμερη εργασία, που αφορά την πλειοψηφία των εργαζομένων, πέραν ανακοινώσεων, κανένα κόμμα (της Αριστεράς ή του κέντρου) δεν έχει καταφέρει να κινητοποιήσει τον κόσμο (εδώ, ας πούμε, η διαφορά με τη Γαλλία και το κίνημα εκεί είναι τεράστια). Μήπως το πρόβλημα είναι πιο βαθύ;
Φύγαμε από τον ΣΥΡΙΖΑ για όλους τους λόγους που ακροθιγώς ανέφερα πριν. Ένα καράβι που η «αριστεροσύνη του» προσδιορίζεται από τον αρχηγό και μόνο, ούτε από ιδεολογία, ούτε από το συλλογικό αφήγημα, ούτε από μια ιστορική πορεία, είναι ένα καράβι που πλέει σε θολά νερά. Και τα stock options ή το «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια» ή και το «ιερή, αμυντική συμμαχία του ΝΑΤΟ» είναι αριστερά αφού το λέει ο αρχηγός, και τα αντίθετά τους επίσης. Η αριστεροσύνη κρίνεται στο αν ο ένας –ο αρχηγός- μπορεί μόνος του να νικήσει τον Μητσοτάκη. Αυτό δεν εμπνέει καμιά κοινωνία να αγωνιστεί, παρά μόνο να αναθέσει τα προβλήματά της. Η πολύ πρόσφατη φράση του αρχηγού –«θα σας ταράξω (εγώ ο αρχηγός) στη συλλογικότητα (σα να επιβάλλεται από τον ένα η συλλογικότητα), που αποτελεί ατυχέστατη εργαλειοποίηση μιας μεγάλη ιστορικής φράσης του Ηλιού (θα σας ταράξουμε στη νομιμότητα»), η εργαλειοποίηση λοιπόν μιας ιστορικής φράσης με την οποία ορίστηκε τότε ο μεγάλος ιδεολογικός, πολιτικός αντίπαλος της μετεμφυλιακής, εθνικόφρονας Δεξιάς, για να χρησιμοποιηθεί στο κομματικό ακροατήριο –λες και είναι αυτό ο αντίπαλος- αποκαλύπτει πολλά. Πολύ σωστά λοιπόν θέτετε μια από τις πιο σκληρές δεξιές πολιτικές που είναι η 6μερη εργασία. Είναι ένα καθοριστικό παράδειγμα όπου όλη η ταξικότητα της δεξιάς, νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας παίρνει σάρκα και οστά. Κανένα προοδευτικό κόμμα από μόνο του δεν φαίνεται να ταρακουνάει τη ΝΔ («Εγώ θα σας σώσω όταν έρθω»). Δεν τη φοβίζει. Τα προοδευτικά κόμματα, μαζί με τα συνδικάτα, τις οργανώσεις, τα επιμελητήρια, οφείλουν τώρα να βρουν τις δυνατές λέξεις που χρειάζονται, να συγκροτήσουν αφήγημα και να δώσουν σε αυτή την κοινωνία τον τρόπο να ξαναπιάσει το νήμα της: το αριστερό νήμα (από οποιαδήποτε πηγή κι αν εκπορεύεται αυτό: σοσιαλιστικό, ριζοσπαστικό αριστερό, κλπ). Να βρει τη δύναμη η κοινωνία να βροντοφωνάξει: δεν θα περάσει. Δεν θα αφήσουμε η χώρα μας να γίνει χώρα υποτελών στο κεφάλαιο (ναι, χρειάζονται πάλι αυτές οι λέξεις. Χρειάζεται η σύγκρουση να ορίζεται με δυνατές λέξεις). Η ανάπαυση, οι διακοπές, η χαρά με την οικογένεια και τους φίλους, ο ελεύθερος χρόνος είναι ΔΙΚΑΙΩΜΑ. Καμιά Δεξιά δεν θα γυρίσει την κοινωνία τόσο πίσω. Έτσι φτιάχνονται τα μέτωπα. Και φυσικά με τις δυνατές ηγεσίες. Όχι με αρχηγούς και αρχηγίσκους, αλλά με ισχυρές ηγεσίες.