Η νέα ταινία του Ζαχαρία Μαυροειδή, «Το καλοκαίρι της Κάρμεν», έκανε επιτέλους την ελληνική της πρεμιέρα από το Cinobo και φέρνει επίσημα το καλοκαίρι στους κινηματογράφους. Ο Νικήτας και ο Δημοσθένης περνάνε μια μέρα στα Λιμανάκια της Βάρκιζας, αναπολώντας το πρόσφατο παρελθόν τους με την προοπτική να το μετατρέψουν σε σενάριο. Προς έκπληξή τους, σύντομα ανακαλύπτουν σοβαρές αποκλίσεις στο πως ερμηνεύουν τα γεγονότα του περίφημου καλοκαιριού με την Κάρμεν. Το μόνο στο οποίο θα συμφωνήσουν είναι η ματαιοπονία της αυτογνωσίας: όλοι φτιάχνουμε ένα αφήγημα για να ερμηνεύσουμε τις πράξεις μας, το οποίο δεν είναι απαραίτητα ιδιαίτερα στέρεο. Μέσα από την δημιουργική τριβή Νικήτα και Δημοσθένη, προκύπτει μια εκ των έσω ματιά στο πώς γράφεται ένα κινηματογραφικό σενάριο αλλά και μια «meta» αφήγηση, γεμάτη αυτοαναφορικά σχόλια για την πραγματικότητα του κινηματογράφου στην Ελλάδα σήμερα.
Ανάλαφρη και αστεία, η νέα ταινία του Ζαχαρία Μαυροειδή είναι ένας πολύχρωμος ύμνος στο αιώνιο καλοκαίρι της νεότητας και στην απεριόριστη δύναμη της φιλίας. Μια ιστορία παρατεταμένης ενηλικίωσης στον δρόμο για την αυτογνωσία, που αναθεωρεί το τι σημαίνει να ξεμένεις Αύγουστο στην Αθήνα. H τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία του Έλληνα σκηνοθέτη, έχει σημειώσει μια σημαντική πορεία σε μεγάλα διεθνή κινηματογραφικά φεστιβάλ, κερδίζοντας πολλές διακρίσεις τους προηγούμενους μήνες. Ακόμη, είναι υποψήφια σε 12 κατηγορίες στα βραβεία Ίρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου που θα απονεμηθούν τις επόμενες μέρες.
Οι πρωταγωνιστές της ταινίας, Γιώργος Τσιαντούλας και Ανδρέας Λαμπρόπουλος, περιγράφουν στο ethnos.gr τις εμπειρίες τους από τα γυρίσματα στα Λιμανάκια και απαντούν αν ο κινηματογράφος αποτελεί ένα πρόσφορο έδαφος για να μιλήσουμε για ισότητα και LGBTQ+ δικαιώματα.
Πώς προέκυψε η συμμετοχή σας στην ταινία και πώς ήταν η συνεργασία σας με τον σκηνοθέτη Ζαχαρία Μαυροειδή;
Γιώργος Τσιαντούλας: Μέσω ακρόασης/casting όπως και κάθε δουλειά που έχω αναλάβει ως ηθοποιός. Οι casting directors της ταινίας, Άκης Γουρζουλίδης και Σωτηρία Μαρίνη, μας έφεραν σε επαφή με το Ζαχαρία. Μετά από ένα μήνα ακροάσεων, καταλήξαμε στους ρόλους εγώ και ο Ανδρέας και έτσι ξεκίνησε η συνεργασία μας. Ο Ζαχαρίας είναι ένας εξαιρετικά ευγενής, διακριτικός και με χιούμορ άνθρωπος που πραγματικά χαίρεσαι να δουλεύεις μαζί του. Ήταν πολύ συγκεκριμένος σε αυτά που ζητούσε από εμάς αλλά ταυτόχρονα και πολύ ανοιχτός στο να ακούει τις δικές μας σκέψεις και προτάσεις.
Ανδρέας Λαμπρόπουλος: Θυμάμαι ότι κάναμε αρκετά καστινκ. Το να συνεργάζεσαι με τον Ζαχαρία ειδικά όταν είσαι νέος ηθοποιός είναι καλό και κακό. Είναι ήρεμος, ευγενικός, ξέρει τι θέλει και ακούει. Όπως καταλαβαίνετε αυτό για έναν ηθοποιό είναι υπέροχο γιατί του δίνεται χώρος, ωστόσο, τα πράγματα σε αυτή τη δουλεία δεν είναι πάντα έτσι.
Οι προετοιμασίες για την ταινία ξεκίνησαν από την περίοδο της πανδημίας. Τι προκλήσεις αντιμετωπίσατε και πώς τις ξεπεράσατε;
Γ. Τ.: Η συνθήκη με τις μάσκες, τα τεστ και την καραντίνα, σίγουρα, δυσκόλεψαν τη δημιουργική διαδικασία και κυρίως τις πρόβες μας, που διήρκησαν έναν σχεδόν χρόνο, πριν από την έναρξη των γυρισμάτων. Πολλές συναντήσεις γινόντουσαν διαδικτυακά. Δεν θέλω να θυμάμαι καθόλου την περίοδο της πανδημίας. Μου στοίχισε αρκετά καλλιτεχνικά και προσωπικά. Η ταινία όταν ήρθε στο προσκήνιο αποτέλεσε μια όαση δημιουργικότητας για μένα.
Υποδύεστε δύο γκέι ήρωες. Είναι ακόμα ριψοκίνδυνο στην Ελλάδα να επιλέγετε τέτοιους ρόλους; Είχατε δεύτερες σκέψεις γι' αυτό;
Α.Λ.: Το σκέφτηκα μόνο την πρώτη μέρα. Μετά ήθελα να ξεκινήσω να δουλεύω και να κάνω την έρευνα μου. Είναι πολύ στερεοτυπικό όλο αυτό. Νομίζω σαν νέα γενιά ηθοποιών πρέπει να σταματήσουμε να το σκεφτόμαστε. Η δουλειά μας είναι να λέμε ιστορίες και να δημιουργούμε χαρακτηρες. Σε κάποιους θ' αρέσει, σε κάποιους άλλους όχι και δεν πειράζει και καθόλου.
Γ. Τ.: Όχι και όχι. Δεν υπάρχουν ριψοκίνδυνοι ρόλοι. Είμαστε ηθοποιοί και δουλειά μας είναι να λέμε ιστορίες ανθρώπων. Όλων των ανθρώπων. Το storytelling δεν θα πρέπει να συνοδεύεται με τη λέξη κίνδυνος.
Πώς θα περιγράφατε τη φιλία μεταξύ του Δημοσθένη και του Νικήτα; Υπάρχουν στοιχεία στη σχέση των χαρακτήρων που θυμίζουν τη φιλία σας με πολύ κοντινούς σας ανθρώπους;
Γ. Τ.: Είναι δυο πολύ ετερόκλητοι και διαφορετικοί χαρακτήρες που κάπως κουμπώνουν και συμπληρώνουν ο ένας τον άλλον. Αγαπούν και ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλον, μαλώνουν και μονιάζουν, κλαίνε, γελάνε μαζί, τρώνε μαζί, παίζουν, κολυμπάνε. Σαν μια ειλικρινής και σημαντική φιλία.
Α.Λ.: Είναι μια φιλία εξάρτησης. Ο ένας έχει ανάγκη τον άλλον. Είναι τα δύο άκρα απο την εμφάνιση μέχρι και τη συμπεριφορά. Αυτό είναι και το ενδιαφέρον άλλωστε. Σχεδόν όλοι μου οι φίλοι είναι πολύ διαφορετικοί απο εμένα και γι' αυτό είναι στη ζωή μου. Μαθαίνω μέσα απο αυτούς και εξελίσσομαι. Εγώ δεν θα μπορούσα να κάνω παρέα μ' εμένα με τίποτα.
Ενα μεγάλο μέρος των γυρισμάτων έγινε στα Λιμανάκια, μια παραλία γυμνιστών της Αθήνας. Ποιοι ήταν οι λόγοι που επιλέχθηκε αυτή η τοποθεσία και πώς ήταν η εμπειρία σας να γυρίζετε σκηνές σ' ένα τέτοιο περιβάλλον; Υπήρξε αμηχανία που χρειάστηκε να ξεπεράσετε;
Γ. Τ.: Τα Λιμανάκια έρχονται στη μεγάλη οθόνη με όλα τα χρώματα τους, τους ανθρώπους και τις ιστορίες τους, πιο ειλικρινά από ποτέ. Για μένα, ο Ζαχαρίας με αυτή την ταινία αποτιεί ένα φόρο τιμής σε -ίσως- έναν από τους πιο ασφαλείς χώρους για τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα. Ένα σημείο όπου οι άνθρωποι μπορεί να είναι σίγουρα ερωτικά ελεύθεροι και ταυτόχρονα αφελείς, ξέγνοιαστοι και γελοίοι. Τα γυρίσματα μας πραγματοποιήθηκαν Μάιο όποτε ο κόσμος δεν ήταν τόσος πολύς εκεί, αλλά οι λίγοι λουόμενοι ήταν εξαιρετικά συνεργάσιμοι, ευγενικοί και πρόθυμοι μέχρι και να μας βοηθήσουν. Δεν ήταν άβολα σε καμία περίπτωση.
Α.Λ.: Τα Λιμανάκια είναι ένα πολύ συγκεκριμένο σημείο για τη γκέι κοινότητα και ο Ζαχαρίας ήθελε να πει τη δική του ιστορία γι' αυτό το μέρος. Την πρώτη φορά που πήγα στα Λιμανάκια ήταν στην πρώτη μας πρόβα. Δεν είχα ξαναπάει ποτέ και δεν ήξερα τι θα δω. Στην αρχή αισθανόμουν περίεργα, γιατί δεν κάνω γυμνισμό αλλά μετά απο λίγες ώρες το είχα ξεχάσει. Η μόνη αμηχανία που έζησα ήταν τα βλέμματα των ανθρώπων που υπήρχαν εκεί αλλά και αυτό έφυγε. Άλλωστε στα γυρίσματα υπήρχε πολύ λίγος κόσμος που δεν ήταν δικός μας.
Υπήρχαν ιδιαίτερες στιγμές ή περιστατικά στην παραλία που σας έχουν μείνει αξέχαστα; Στη συνέντευξη στην Lifo, αναφέρατε ότι στον απέναντι βράχο, την ώρα των γυρισμάτων, έκαναν σεξ δύο τύποι φόρα παρτίδα.
Γ. Τ.: Εγώ αυτό δεν το είδα ποτέ πραγματικά. Κάναμε σκηνή με τον Ανδρέα εκείνη την ώρα και μέχρι να τελειώσει η λήψη είχαν μάλλον τελειώσει. Εντάξει το κλασικό και καθημερινό φαινόμενο για μένα ήταν ότι έχανα διαρκώς τα πράγματα μου. Τ' άφηνα μέσα σε βράχια τάχα για να θυμάμαι και φυσικά ξεχνούσα τα πάντα.
Α.Λ.: Μία στιγμή που δεν θα ξεχάσω ποτέ, είναι από την πρώτη πρόβα μας. Είχαμε πάει εγώ, ο Ζαχαρίας και ο Γιώργος. Ο Γιώργος ήταν γυμνός για να μαυρίσει, εγώ ήμουν ντυμένος σαν κρεμμύδι για να μην καώ και ο Ζαχαρίας ήταν επίσης ντυμένος. Καθώς κάναμε την πρόβα μας κανονικά, με τα κείμενα στο χέρι, ένας τύπος βγήκε από τη θάλασσα, πέρασε ανάμεσά μας, κάθισε σ' έναν βράχο και μας κοιτούσε χαμογελώντας. Είχε πολύ πλάκα. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, εκτός από αυτό το γεγονός που αναφέρατε, δεν θυμάμαι κάτι άλλο το φοβερό.
Εσείς κάνετε γυμνισμό στην προσωπική σας ζωή;
Α.Λ.: Οχι, δεν κάνω. Ετυχε να κάνω δύο φορές στη ζωή μου, αλλά ήμασταν σε μια έρημη παραλία με την παρέα μου. Βέβαια, η αίσθηση να κολυμπάς γυμνός, είναι το κάτι άλλο.
Γ. Τ.: Εγώ κάνω. Τα μαγιό που έχω με σφίγγουν στη μέση. Αφήνει το λάστιχο σημάδι.
«Όπου και να γυρίσω βλέπω αποτυχημένα date. Κατεβαίνεις Pride για να νιώσεις περήφανος που είσαι αδελφή και επιστρέφεις σπίτι με κατάθλιψη για την ερωτική σου ζωή» λέει ο Νικήτας. Πώς ερμηνεύετε την ύπαρξη τόσων αποτυχημένων σχέσεων σήμερα; Τι κάνουμε λάθος;
Α.Λ.: Αναμφίβολα, τα social media έχουν αλλάξει ριζικά τον τρόπο που επικοινωνούμε και αλληλεπιδρούμε. Η πραγματικότητα είναι πως ο κόσμος δεν φλερτάρει πια με τον παραδοσιακό τρόπο. Πλέον, είναι πιο πιθανό να ζητήσει κάποιος το Instagram παρά να ξεκινήσει μια κουβέντα πρόσωπο με πρόσωπο. Αυτό έχει δημιουργήσει μια αίσθηση ευκολίας που σκοτώνει το ενδιαφέρον. Ο ρομαντισμός φαίνεται να έχει χαθεί, και οι ζωές μας έχουν γεμίσει προβλήματα. Πλέον, το πιο σταθερό και μακράς διάρκειας ραντεβού που έχουμε, είναι αυτό με τον ψυχολόγο μας.
Γ. Τ.: Αλήθεια δεν ξέρω. Δεν είμαι καθόλου καλός στις συμβουλές και στην ερμηνεία των σχέσεων.
Ζούμε σε μία χώρα που από τη μία υπάρχει ο γάμος των ομόφυλων, από την άλλη οι βίαιες ομοφοβικές επιθέσεις. Πώς θα περιγράφατε την Ελλάδα σήμερα;
Γ. Τ.: Είναι πολύ δύσκολο ν' αλλάξει η ανθρωπότητα απέναντι στη διαφορετικότητα τόσο γρήγορα. Παρόλο που είμαστε ακόμα πίσω, δεν είμαστε όσο πίσω ήμασταν πριν από είκοσι χρόνια, και σίγουρα όχι όσο πίσω είναι άλλες χώρες. Χαίρομαι που πλέον θεσμοθετούνται νόμοι που προστατεύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, γιατί περί αυτού πρόκειται στην πραγματικότητα, του δικαιώματος ν' αγαπάς τον άνθρωπό σου. Όσοι είναι πραγματικά σε θέση να κάνουν κακό, τώρα τιμωρούνται, και οι άνθρωποι φοβούνται την ποινή. Λυπάμαι ειλικρινά που χρειάζεται να βάλω τις λέξεις «αγάπη» και «ποινή» δίπλα - δίπλα. Ωστόσο, φαίνεται πως αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε ποιοι άνθρωποι χρειάζονται προστασία και τι σημαίνει καλό και κακό. Είναι μεγάλες κουβέντες βέβαια. Έχουμε πολύ δουλειά ακόμα.
Α.Λ.: Η Ελλάδα είναι μια πολύ όμορφη χώρα. Τα υπόλοιπα είναι ακατάλληλα. Γίνονται βήματα επειδή γίνονται αγώνες. Δεν περιμένω τίποτα από την πολιτεία και κανέναν νόμο. Σαφώς είναι ένα βήμα αλλά έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας, ώστε να καταφέρουμε να φύγει όλο αυτό το μίσος που έχει μέσα του ο κόσμος.
Τι σημαίνει για σας το Athens Pride και πώς συμβάλλει στην εξέλιξη και την αλλαγή της κοινής γνώμης σχετικά με τα θέματα της LGBTQ+ κοινότητας;
Α.Λ.: Για εμένα, το Pride είναι μια πρόκληση, καθώς έχω αγοραφοβία. Η πρώτη φορά που πήγα ήταν στα γυρίσματα και έπαθα κρίση πανικού. Παρόλα αυτά, είναι μια γιορτή για τη διαφορετικότητα που πρέπει να υπάρχει, για να υπενθυμίζει ότι η αγάπη είναι αγάπη και δεν έχει σημασία η ταυτότητα του κάθε ανθρώπου.
Γ. Τ.: Όσο υπάρχει έστω και ένας άνθρωπος που ενοχλείται από τη διαφορετικότητα του άλλου, πιστεύει ότι η ύπαρξή του και οι επιλογές του, του δημιουργούν πρόβλημα στη δική του ζωή, τόσο θα πιστεύω στην αναγκαία και περήφανη παρέλαση της κοινότητας.
Ο κινηματογράφος και η τηλεόραση αποτελούν ένα πρόσφορο έδαφος για να μιλήσουμε για ισότητα και LGBTQ+ δικαιώματα;
Γ. Τ.: Σίγουρα! Είμαστε στην ψηφιακή εποχή του ατέλειωτου streaming, καταναλώνοντας καθημερινά ώρες εικόνων, σειρών, ταινιών. Βλέπεις πια στις οθόνες των νοικοκυριών να μπαίνουν queer άνθρωποι με τα προβλήματα και τις ανησυχίες που τους απασχολούν, και εκείνους τελικά να γελούν και να συγκινούνται με τις ιστορίες τους. Φυσικά και η δύναμη των μέσων αυτών είναι μεγάλη, μπορούν να επηρεάσουν και, με τις σωστές κατευθυντήριες, ακόμα και να εκπαιδεύσουν.
Α.Λ.: Φυσικά και είναι ένα πρόσφορο έδαφος. Γίνεται ήδη παγκοσμίως. Η Τέχνη πάντα βοηθάει μια κοινωνία να αλλάξει. Ο θεατής εκπαιδεύεται και βλέπει τα πράγματα διαφορετικά γιατί μέσα απο τις ιστορίες μπορεί να δει όλες τις πλευρές ενός χαρακτήρα και όχι μόνο αυτές που του έχουν μάθει να βλέπει.
Υπάρχουν φορές που αναρωτιέμαι αν χρειάζεται να κατηγοριοποιούμε το queer cinema ως ένα ξεχωριστό είδος ή θα έπρεπε να ενταχθεί στην κανονική ροή των πραγμάτων. Εσείς τι λέτε;
Α.Λ.: Τώρα που κάναμε την ταινία το σκεφτόμουν πολύ έντονα. Από τη μια σκέφτομαι οτι είναι απλώς μια κατηγορία ταινίας, από την άλλη όμως σκέφτομαι πως αυτός ο διαχωρισμός ίσως είναι λάθος γιατί βάζουμε μια ταμπέλα που δεν θέλουμε να υπάρχει.
Γ. Τ.: Για μένα, το queer cinema αποτελεί μια σημαντική πτυχή του κινηματογράφου, γιατί είναι πολλές οι φορές που χρειάζεται μια τέτοια κατηγορία για την ίδια τη συμπερίληψη και μόνο των ταινιών αυτών, για παράδειγμα σε μεγάλα φεστιβάλ. Στη παρούσα φάση τη βρίσκω αναγκαία τη συγκεκριμένη κατηγοριοποίηση για την προβολή, τη διάδοση και προβολή αυτών των ταινιών.
Είναι σημαντικό ένας καλλιτέχνης να παίρνει θέση σε κοινωνικά ζητήματα;
Γ. Τ.: Θα μιλήσω για μένα. Εγώ πάντα προτιμώ να μιλάω για αυτά που με απασχολούν μέσω των επιλογών στη δουλειά μου. Αν κάτι έχω να πω θα το κάνω εκεί και θα το επικοινωνήσω στο καλλιτεχνικό αυτό πλαίσιο.
Α.Λ.: Φυσικά και οφείλει, αλλά η δική μου άποψη είναι οτι πρέπει να μιλάει μέσα από το έργο του.
Γιώργο, ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού κοινού σε έμαθε μέσα από την «Τούρτα της Μαμάς». Πόσο άλλαξε η ζωή σου μετά τη σειρά της ΕΡΤ1;
Όχι πολύ από επαγγελματικής άποψης. Ίσως το διαφορετικό είναι ότι τώρα πια με σταματάει κόσμος στο δρόμο, που αγαπούσε πραγματικά τη σειρά και στεναχωρήθηκε που κόπηκε. Κι εμείς αγαπήσαμε αυτή την οικογένεια και ειλικρινά αγαπηθήκαμε και ως συνεργάτες. Έκανα νέους φίλους και γνώρισα καινούργιους ανθρώπους. Ήταν η πρώτη μου δουλειά στην τηλεόραση και τη θυμάμαι ακόμα σαν κάτι πολύ όμορφο.
«Αυτό το καλοκαίρι μου έμαθε πάρα πολλά» λέει ο Δημοσθένης. Ποιο είναι το μεγαλύτερο μάθημα που έχετε πάρε από τη ζωή και τι πλάνα έχετε για τους επόμενους μήνες;
Γ. Τ.: Να διεκδικείς αυτά που σου αξίζουν. Αυτή την περίοδο σκηνοθετώ στα Τρίκαλα την παράσταση «Ιππόκαμπος part 1 // part 2», ένα θεατρικό πείραμα με 52 ερασιτέχνες ηθοποιούς, παιδιά και ενήλικες, που θα ανεβεί τον Ιούλιο εκεί.
Α.Λ.: Να μην αφήνω κανέναν να μου πάρει το χαμόγελο. Είναι το πιο σημαντικό πράγμα για εμένα, να είμαι καλά και ευτυχισμένος. Τους επόμενους μήνες κυρίως θα δουλεύω και φυσικά θα κάνω και διακοπές που τις περιμένω με ανυπομονησία.