Όταν δεν σχεδιάζει, η Στεφανία Βαϊδάνη κάνει ταξίδια που λατρεύει, σε χώρες όπως το Περού ή η Βραζιλία από τα οποία και εμπνέεται για τις δημιουργίες του brand της, Stefania Vaidani. Ρούχα της έχουν φορέσει, από τη Lady Amelia Windsor της βρετανικής βασιλικής οικογένειας μέχρι την Πάρις Χίλτον αλλά και τον Σέρχιο Αραούχο, με τον οποίο δημιούργησε από κοινού τη σειρά Sergio Araujo X Stefania Vaidani.
Γεννήθηκε στην Ελλάδα, σε μία οικογένεια δημιουργών καθώς, οι γονείς της, αυτοδημιούργητοι και οι ίδιοι, τη δεκαετία του 1980, έφτιαξαν το δικό τους brand, twenty-29. Μεγάλωσε, λοιπόν, μέσα στην παραγωγή και, μετά την αποφοίτησή της από το σχολείο, η φημισμένη σχολή μόδας Marangoni στο Μιλάνο, ήταν μονόδρομος. Το 2017, επέστρεψε στην Ελλάδα με πολύ συγκεκριμένο στόχο, να πατήσει στα πόδια της και να δημιουργήσει το δικό της brand με σήμα – κατατεθέν την California cool meets girlie αισθητική.
«Ήμουν πολύ σίγουρη γι΄αυτό που ήθελα να κάνω»
«Οι γονείς μου ασχολούνται 35 χρόνια, οπότε από πέντε ετών ήμουν στην παραγωγή και μου άρεσε πολύ. Ασχολούμαι με γυναικεία ένδυση αλλά, το τελευταίο διάστημα – περίπου ένα τετράμηνο- ασχολούμαι λίγο και με την ανδρική», λέει η ίδια στο ραντεβού μας, στην αυλή ενός cafe του Ψυχικού. «Γύρισα κατευθείαν στην Ελλάδα γιατί, ουσιαστικά, στο δεύτερο έτος του πανεπιστημίου αποφάσισα να κάνω μία συλλογή μόνη μου. Ήμουν πολύ σίγουρη για αυτό που ήθελα να κάνω γι΄αυτό και, το 2017, γύρισα αμέσως στην Ελλάδα για να το ξεκινήσω. Τελείωσα τις σπουδές μου και ξεκίνησα το brand παρότι, την πρώτη ολοκληρωμένη μου συλλογή την έβγαλα το 2018», προσθέτει.
Πόσο εύκολο είναι, όμως, να ξεκινήσει ένα κορίτσι 22 χρονών στην Ελλάδα του 2017, ένα fashion brand, με δεδομένο ότι, η χώρα μας, δεν διαθέτει αντίστοιχη βιομηχανία όπως η Ιταλία, όπου σπούδασε; «Είναι πάρα πολύ δύσκολο και η αλήθεια είναι ότι, κι εμείς, κάνουμε τις παραγωγές μας στην Ελλάδα, όλη η παραγωγή γίνεται μέσα στην εταιρεία. Αυτό που έχω (σ.σ. η επιχείρηση των γονιών της) θεωρώ ότι είναι μία πάρα πολύ καλή βάση και σαφέστατα, σε σχέση με άλλα παιδιά που ξεκινάνε μπορεί να είμαι τυχερή, παρόλα αυτά δεν παύει να είναι πάρα πολύ δύσκολο. Από το “έχω μία ιδέα και την υλοποιώ” μέχρι την παραγωγή - οτιδήποτε έχει παραγωγή σε μία επιχείρηση είναι δύσκολο-, είναι αρκετά απαιτητικό. Δεν έχει ωράρια ενώ δεν είναι και όλα στο χέρι σου. Δηλαδή, το αν κάτι θα βγει σωστά, ελαττωματικά ή μη, δεν είναι πάντα στο χέρι μας».
Και όμως, μία ιδέα που είχε μόλις τελείωσε τη σχολή, για τη δική της εταιρεία, υλοποιήθηκε και οι δημιουργίες της έφτασαν να πωλούνται σε κάθε γωνιά του πλανήτη. «Είχα ξεκινήσει αρκετά στην Ασία. Στέλνω στη Γαλλία, στη Σκανδιναβία αρκετά, και μετά στην Αμερική σε διάφορα stage που έχω πολύ κόσμο. Μπορώ να πω ότι, η Αμερική, στην επισκεψιμότητα και στο online κατάστημα είναι δεύτερη μετά την Ελλάδα. Έχω συνεργήσει με μία εταιρεία στο Μαϊάμι κι έχω έναν κύκλο ανθρώπων εκεί οπότε νιώθω ότι και αυτό βοηθάει στην προώθηση», λέει και προσθέτει πως, «το μεγάλο “μπαμ” έγινε το 2021, γιατί μπήκαμε στη Vogue στην Αγγλία και στην Ολλανδία. Μετέπειτα με έγραψε το Forbes. Ρούχα μου έχουν βάλει η Paris Hilton, πάρα πολλές κοπέλες στον χώρο της μόδας, η Lady Amelia Windsor της βρετανικής βασιλικής οικογένειας. Τα ονόματα είναι αρκετά αλλά, το πιο όμορφο είναι ότι έχουν δημιουργήσει μία πολύ στενή σχέση με το brand, δεν φόρεσαν απλώς κάτι. Και όλο αυτό έγινε αρκετά οργανικά, δηλαδή για τα περισσότερα δεν γνώριζα από πριν. Υπήρξαν και άλλα request, από τη Rihanna, από τη Rosalia, αλλά αυτά είναι πράγματα τα οποία συμβαίνουν σιγά – σιγά, δε συμβαίνουν κατευθείαν».
«Περνάει ο καιρός και λες, “όντως το έκανα;”»
Όλο αυτό το hype, φαντάζει και στα μάτια της καθόλου σουρεαλιστικό. «Ναι. Απλά νιώθω ότι πραγματικά πολεμάς πάρα πολύ για να φτάσεις κάπου. Δεν είναι ότι εγώ γνώριζα τους αντίστοιχους agents για να το κάνω στο εξωτερικό. Πράγματι, όταν συμβαίνει σού φαίνεται τρομερό, αλλά έχεις καταβάλλει τόσο πολύ προσπάθεια που μετά κάπως δεν το ζεις αλλά μετά περνάει ο καιρός και λες, “όντως το έκανα;”. Είναι περίεργο», λέει και μιλάει για τα πράγματα τα οποία την εμπνέουν. «Τα ταξίδια μου, από το Περού μέχρι τη Βραζιλία. Σίγουρα πολύ μεγάλο ρόλο στη δημιουργικότητά μου έχει παίξει η γιαγιά μου σαν παρουσία γιατί μού άρεσε πάρα πολύ η ένδυσή της, είχε τρομερό γούστο. Δεν μπορώ να πω ότι έχω μία συγκεκριμένη “μούσα”. Πιο πολύ πηγαίνω με βάση την τέχνη, τον πολιτισμό, το θέατρο, τα ταξίδια. Δεν έχω συγκεκριμένη περσόνα αλλά αγαπώ πολύ τις γυναίκες οπότε προσπαθώ να δημιουργώ πράγματα με τα οποία και οι ίδιες θα αισθάνονται ωραία. Έχω μεγαλώσει με γυναίκες, τις λατρεύω».
Μιλώντας για την αγάπη της για τις γυναίκες, τη ρωτώ για τα έμφυλα ζητήματα που, τα τελευταία χρόνια, φαίνεται να πρωταγωνιστούν στον δημόσιο διάλογο – και από εμβληματικούς οίκους μόδας, όπως κάνει η Maria Grazia Chiuri στον Dior ή και η Phoebe Philo που, από την περίοδο της συνεργασίας της με τον οίκο Celine, άλλαξε εντελώς την αφήγηση της μόδας για τις γυναίκες. «Θεωρώ ότι η μόδα έχει αγκαλιάσει αρκετά, τα τελευταία χρόνια, όλο τον διάλογο που γίνεται για τα έμφυλα ζητήματα. Καλώς ή κακώς είναι και ένα μέσο για να περάσεις αρκετά μηνύματα. Κατ΄εμέ έχει γίνει με πολύ μεγάλη προσπάθεια, παρότι θεωρώ ότι, ο τρόπος πολλές φορές που γίνεται, είναι αρκετά βεβιασμένος. Δηλαδή, δε γίνεται τόσο φυσικά, όπως αντίστοιχα σε άλλα ζητήματα στο παρελθόν – όπως ήταν το Black Lives Matter. Θεωρώ, λοιπόν, ότι γίνεται μία πολύ μεγάλη προσπάθεια η οποία λειτουργεί και επηρεάζει και τον κόσμο, απλά εγώ θα ήθελα να δω να είναι μεγαλύτερο μέρος μας, όχι τώρα επειδή είναι ανοιχτό ζήτημα, να είναι όντως κάτι το οποίο είναι στη βάση της μόδας, στο identity της», λέει και αναφέρεται στα «όπλα» στη φαρέτρα μίας δημιουργού για να απελευθερώσει τις γυναίκες. «Θεωρώ ότι, ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα της μόδας, που συμβαίνει αρκετά και στη χώρα μας, γιατί έχω κάνει και trend forecasting, είναι ότι μόδα είναι ό, τι δεν είναι μόδα. Η μόδα δεν εμπνέεται από τη μόδα. Εμπνέεται από την πολιτική, από την επικαιρότητα, από την οικονομία, από τα ζητήματα τα κοινωνικά. Ως δημιουργός εξετάζω και βλέπω όλα ατά τα οποία συμβαίνουν γύρω μας με έναν τρόπο που θα καλυτερεύσει και τις δικές μου δημιουργίες, να προσαρμοστώ στο σήμερα, αλλά ταυτόχρονα να δημιουργήσω και ένα καλύτερο αύριο. Θα έλεγα ότι, αν σκεφτούμε τη μόδα έτσι -γιατί σαφέστατα έχουν πάρα πολλά πράγματα στην εποχή μας’ μόνο έτσι θα μπορεί να απελευθερωθεί πραγματικά η γυναίκα. Και αυτό θεωρώ ότι είναι το πρόβλημα με τη σημερινή εποχή, ότι τις δεκαετίες του 1920, του ΄30, του ΄40, του ΄50, επειδή η μόδα έβγαινε από οτιδήποτε συνέβαινε στην πραγματική ζωή των ανθρώπων, είτε ήταν οι δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι, είτε τα 60’s, ο φουτουρισμός- θεωρώ ότι ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα του σήμερα είναι ότι δεν εξετάζουμε τόσο πολύ το τι συμβαίνει δίπλα μας, σήμερα. Γιατί, και με ποιον τρόπο βιώνουμε όσα βιώνουμε; Συνήθως η μόδα τώρα βασίζεται πιο πολύ, είτε στο τι θα πουλήσει περισσότερο, είτε στο τι κάνει ο δίπλα μας. Αν εξετάσουμε το παρελθόν, το ενώσουμε με το σήμερα για ένα καλύτερο αύριο, θα εξελιχθεί και αυτό το κομμάτι, θα βγει φυσικά μετά».
Όσο μιλάμε σκέφτομαι ότι, όσο βοηθητικό μπορεί να είναι για έναν νέο άνθρωπο, να κάνει τα πρώτα του βήματα σε έναν χώρο στον οποίο έχει μεγαλώσει, άλλο τόσο αυτό μπορεί, δυνητικά, να είναι και λίγο παγίδα. «Οι γονείς μου δεν με πίεσαν καθόλου. Με άφησαν όντως να επιλέξω αυτό που θέλω αλλά είναι παγίδα γιατί εγώ αποφάσισα να ανεξαρτητοποιηθώ και οικονομικά εντελώς από τους γονείς μου στα 24 μου», εξηγεί η Στεφανία. «Ο λόγος που το έκανα ήταν για να μάθω. Θα μπορούσα να συνέχιζα ουσιαστικά αυτό που οι γονείς μου ήδη είχανε κάνει απλά ήθελα να κάνω κάτι διαφορετικό, όχι για να πάω κόντρα σε αυτό που ήδη είχαν δημιουργήσει, αλλά για να ακολουθήσω εγώ τη δικιά μου ζωή και να συνεχίσω αυτό που μου έμαθαν οι γονείς μου. Οι ίδιοι είναι αυτοδημιούργητοι. Οπότε όταν εγώ έχω μια εικόνα της μητέρας μου και του πατέρα μου, είτε να ράβουνε, είτε να σιδερώνουν, είτε να κόβουν και να το ξεκινάνε πραγματικά από το μηδέν χωρίς να έχουν καμία σχέση με τον χώρο, ήθελα κι εγώ να το κάνω και να δω μέχρι πως θα το εξελίξω, που θα το πάω. Γιατί δεν επέλεξα τη μόδα επειδή το κάναν οι γονείς μου, όντως είναι το όνειρό μου. Και σε μικρότερη ηλικία όταν ήμουν στο Marangoni είχα πάει να τα παρατήσω. Και μετά, ουσιαστικά άλλαξα κατεύθυνση, γιατί σπούδαζα σχέδιο μόδας, ενώ είχα κάνει σχέδιο μόδας και πατρόν παράλληλα με το σχολείο εδώ, αλλά πολύς λίγος κόσμος ξέρει ότι μετέπειτα άλλαξα το course μου, και έκανα styling. Αργότερα επέστρεψα στο να σχεδιάζω αλλά θεωρώ ότι ήταν η καλύτερή μου επιλογή γιατί είδα μία άλλη διάσταση της μόδας. Αν δεν το είχα κάνει, δεν θα μπορούσα σήμερα να κάνω αυτό που κάνω».
Η συνεργασία με τον Αραούχο
Τι αγάπησε ο κόσμος στο brand της; «Θεωρώ τη “διαφάνεια” που έχω. Όχι εγώ προσωπικά, αυτό που δημιουργώ με τους πελάτες. Δεν θέλησα ποτέ να αφορά εμένα σαν πρόσωπο – γι΄αυτό και δεν έχω φωτογραφίες μου, γι΄αυτό και δεν έχω προσωπικό προφίλ. Δεν είναι η Στεφανία Βαϊδάνη, σαν πρόσωπο. Αλλά θεωρώ ότι, μέσα από τις δημιουργίες μου, κάποιος μπορει να νιώσει τη Στεφανία. Γι΄αυτό και, την περασμένη χρονιά, επέλεξα να κάνω και τη συνεργασία μου με τον Σέρχιο Αραούχο με έναν τρόπο που είναι πολύ διαφορετικός από εμένα, αλλά που θα μπορεί να είναι και η ταυτότητα της Στεφανίας».
Τέλος, δεν μπορώ παρά να την ρωτήσω για τη συνεργασία της με τον θρύλο της ΑΕΚ, Σέρχιο Αραούχο και τις δύο συλλογές που έχουν ήδη δημιουργήσει μαζί. Τα Sergio Araujo X Stefania Vaidani γίνονται sold out λίγες μέρες μετά το λανσάρισμά τους, ενώ έπονται και άλλα. «Ο Κωνσταντίνος Κανελλόπουλος που είναι συμπαίκτης του Σέρχιο, είναι οικογενειακός φίλος. Όταν είχε φορέσει ένα πουκάμισο το οποίο ήταν όλο κρύσταλλα, που το είχα βγάλει κυρίως για γυναίκες αλλά μετά λειτούργησε ως unisex, το είδε ο Σέρχιο και του άρεσε πολύ. Η συνεργασία ξεκίνησε επειδή και του ίδιου του αρέσει πολύ η μόδα. Εμένα, ωστόσο, μου αρέσει πάρα πολύ το ποδόσφαιρο. Βλέπω από πού μικρή, όταν ταξιδεύω θα πάω σε διάφορα ματς. Έβλεπα, και το βλέπω όλο και περισσότερο, πολύ σπουδαίους και μεγάλους οίκους να κάνουν αντίστοιχες συνεργασίες με παίκτες και με ποδοσφαιρικές ομάδες. Γενικά αυτό που βλέπω είναι ότι, όλο το κομμάτι μας και αλλάζει, δηλαδή πάει αρκετά στο streetwear, αλλά πηγαίνει αρκετά και προς τον αθλητισμό. Είναι πολύ μεγάλο marketing tool πλέον και οι αθλητές, και το ποδόσφαιρο και το μπάσκετ και το NFL. Αποφάσισα να το κάνω, με μία ομάδα πάρα πολύ καλή, που ήρθε από τη Γαλλία με πολύ μεγάλους πελάτες. Το ξεκινήσαμε κάπως έτσι και μπορώ να πω ότι είχε τρομερή απήχηση. Βγήκε η πρώτη συλλογή τον ιανουάριο και η δεύτερη βγήκε τον Απρίλιο κι έγινε sold out σε 15 - 20 μέρες. Σκεφτόμαστε να το συνεχίσουμε επειδή ο κόσμος δεν το αντιμετωπίζει μόνο σαν μία συνεργασία με τον Σέρχιο, αλλά σαν ένα brand. Υπάρχει πλέον και μία άλλη συλλογή η οποία είναι unisex, έχει και τα αντρικά, οπότε μπήκα και σε ένα άλλο κομμάτι, ένα άλλο κοινό. Αλλά έχει και κάποια γυναικεία τα οποία ανταποκρίνονται και στον μέσο καταναλωτή το οποί θεωρώ ότι, σήμερα, είναι απαραίτητο. Είναι πολύ διαφορετικό από τα Stefania Vaidani και μού αρέσει πάρα πολύ σαν project. Θεωρώ ότι έχει την πινελιά της ταυτότητάς μου και λειτουργεί πάρα πολύ καλά γιατί έχουμεβρει με τον Σέρχιο τη χρυσή τομή, στο δικό του και στο δικό μου κοινό ταυτόχρονα».