Ελλάδα|10.09.2022 10:08

Η έλλειψη γυμνασίου στη Γαύδο χωρίζει οικογένεια στα δύο: Το υπουργείο Παιδείας δεν εισάκουσε τις εκκλήσεις

Μαρία Λιλιοπούλου

Σε εκριζωμό από τον τόπο της είναι καταδικασμένη μια οικογένεια στη Γαύδο προκειμένου τα δύο μεγαλύτερα παιδιά της να μπορέσουν να συνεχίσουν τη φοίτησή τους στο Γυμνάσιο.

Το κουδούνι στο γυμνάσιο Γαύδου δεν θα χτυπήσει ούτε φέτος

Παρά τις επίμονες εκκλήσεις της οικογένειας, του δήμου, των βουλευτών της αντιπολίτευσης, ακόμα και της Εκκλησίας, αλλά και τις συνεχείς επιστολές της μητέρας των παιδιών ακόμα και στον ίδιο τον Πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, το κουδούνι για το Γυμνάσιο στο νοτιότερο σημείο όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και ολόκληρης της Ευρωπης δε θα χτυπήσει ούτε φέτος. Παρόλο που δύο παιδιά από το νησί ολοκλήρωσαν το Δημοτικό και πρέπει να συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους.

Το υπουργείο Παιδείας προβάλλει το επιχείρημα ότι το σχολείο δεν αποτελεί μόνο εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά και χώρο κοινωνικοποίησης, συναναστροφής και συνεργασίας σε ομάδες. Ωστόσο στην προκειμένη περίπτωση αυτό αφήνει την οικογένεια μπροστά σε ένα τρομακτικό δίλημμα: είτε να χωριστεί στα δύο χωρίς να μπορεί να ανταποκριθεί καν στα έξοδα, είτε ο Νικόλας και η Κέλλυ, τα δύο από τα τρία παιδιά της οικογένειας Λουγιάκη, να μην μπορέσουν να συνεχίσουν το σχολείο και μάλιστα σε μια βαθμίδα, η οποία ανήκει στην υποχρεωτική εκπαίδευση.

Πρακτικά από την οικογένεια ζητείται να χωριστεί και οι μισοί να εγκαταλείψουν το νησί καθώς η Γαύδος δεν είναι ένα χωριό της ηπειρωτικής χώρας, τα παιδιά του οποίου μπορούν να συνεχίσουν το σχολείο πηγαίνοντας στην κοντινότερη κωμόπολη, αλλά θα πρέπει να μετοικήσουν στην Κρήτη τουλάχιστον για τα επόμενα τρία χρόνια.

Το ζήτημα έφτασε στη Βουλή μέσα από ερωτήσεις που κατέθεσαν ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Παύλος Πολάκης και ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής, Βασίλης Κεγκέρογλου με την υφυπουργό Παιδείας, Ζέττα Μακρή, πάντως, να μην αφήνει καμία χαραμάδα ελπίδας να ανοίξει το Γυμνάσιο παρά το γεγονός ότι ο δήμος έχει ενημερώσει πως υπάρχει διαθέσιμο κτίριο και μπορεί να αναλάβει τα λειτουργικά έξοδα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, πάντως, μέσω του ευρωβουλευτή του Κώστα Αρβανίτη υπέβαλε ερώτηση και στην Κομισιόν για το θέμα.

Η οικογένεια Λουγιάκη από την πλευρά της είναι αποφασισμένη να μην αφήσει το νησί της: «Θα μείνουμε εδώ και θα περιμένουμε να μας ανοίξει η πολιτεία το σχολείο. Εχουμε στησει την οικογένειά μας στο σύνορο της Ελλάδας. Μεγαλώσαμε με κινδύνους τα παιδιά μας. Δικαιούμαστε να είμαστε εδώ. Ζούμε τον απόλυτο παραλογισμό. Ενώ η Πολιτεία θα έπρεπε να προσπαθεί να μείνουμε σε έναν τόσο ευαίσθητο τόπο, τον τόπο μας, αντίθετα προσπαθεί να μας διώξει. Με ποια λογική την ώρα που γίνονται τόσα με τα ακριτικά νησιά μας αποφασίζουν να τα ερημώσουν, να κλείνουν τα σχολεία. Τι περιμένουν από μας; Να χωρίσουμε την οικογένειά μας στα δύο; Ο σύζυγός μου είναι αγρότης και έχει ζώα, δεν κάνει μια δουλειά που μπορεί να συνεχίσει από την Κρήτη. Ζητούν από τα παιδιά να στερηθούν τον πατέρα τους. Βγάζουν μια απόφαση, δε νοιάζεται η Πολιτεία τι θα κάνει η κάθε οικογένεια», λέεη η μητέρα Εφη Γεωργακά – Λουγιάκη στο «ethnos.gr».

Κι αυτό στο δήμο, ο οποίος βάσει της τελευταίας απογραφής, είναι ο μικρότερος της χώρας με μόλις 151 κατοίκους.

Επιπρόσθετα η οικογένεια Λουγιάκη έχει και ένα τρίτο παιδί, το οποίο φέτος θα πάει στο Νηπιαγωγείο και βεβαίως δε θα μπορούσε να στερηθεί τη μητέρα του οπότε σε περίπτωση που ακολουθούσε τα αδέρφια του στην Κρήτη, το τέταρτο παιδί του νησιού θα αναγκαζόταν να μείνει χωρίς καμία άλλη παιδική παρουσία σε ολόκληρη τη Γαύδο.

Τα δύο μεγαλύτερα παιδιά της οικογένειας που πρέπει να φοιτήσουν φέτος στην Α΄ Γυμνασίου γεννήθηκαν στο νησί, εκεί πήγαν νηπιαγωγείο και Δημοτικό και θέλουν να μείνουν. Για το λόγο αυτό η οικογένεια έχει αρχίσει να κάνει κινήσεις για να ανοίξει το Γυμνάσιο από τον περασμένο Δεκέμβριο χωρίς όμως αποτέλεσμα.

Να σημειωθεί ότι το Γυμνάσιο του νησιού παραμένει κλειστό καθώς δεν είχε μαθητές. Η οικογένεια ζητούσε να ανοίξει με τους απαραίτητους εκπαιδευτικούς όπως είχε ξαναγίνει το 2010 και παρέμεινε ανοιχτό για τρία χρόνια μέχρι να αποφοιτήσουν οι λίγοι μαθητές εκείνης της εποχής. Το ίδιο ζητούν και βουλευτές της αντιπολίτευσης συμπληρώνοντας ότι πλέον έχει προχωρήσει και η δυνατότητα της τηλεκπαίδευσης.

Παρά τις κινήσεις της Περιφέρειας Κρήτης και τη συνδρομή του δήμου Γαύδου, αυτό δεν έχει καταστεί εφικτό: «Ολοι μας στηρίζουν εκτός από το υπουργείο που έχει άλλη άποψη», λέει η κυρία Λουγιάκη.

Η ίδια διευκρινίζει μάλιστα ότι οι πληροφορίες που διακινούνται για ποσό στήριξης ύψους 500 ευρώ το μήνα προκειμένου να συνεχίσουν τα παιδιά το σχολείο στην Κρήτη, είναι παντελώς ανυπόστατες.

«Επρόκειτο για ένα ποσό που είχε συμφωνηθεί να ζητηθεί χωρις να υπάρξει απάντηση. Αντ αυτού στην τελευταία επικοινωνία μου με τον γ.γ. του υπουργείου Παιδείας, με πληροφόρησε ότι το ποσό επιδότησης που μπορούν να δώσουν είναι 85 ευρώ το μήνα για κάθε παιδί. Ακόμα κι αν πηγαίναμε, θα ήταν αδύνατο να ζήσουμε. Και εγω πως θα δούλευα με τρία παιδιά και μόνη στην Κρήτη»;

Οσο για το επιχείρημα που προβάλλεται από το υπουργείο για τον παιδαγωγικό ρόλο και την κοινωνικοποίηση των παιδιών, η κυρία Λουγιάκη λέει: «Κανείς δεν ισχυρίστηκε πως τα παιδιά δε θέλουν παιδιά. Θα πρέπει όμως να σκεφτούν ότι τα παιδιά μας δεν είναι τόσο απομονωμένα. Το καλοκαίρι είναι συνέχεια με κόσμο. Δεν αντιμετωπίζουν κανένα ζήτημα κοινωνικοποίησης. Εάν η Πολιτεία θέλει να λύσει αυτά τα προβλήματα και όχι απλά να τα μπαλώσει θα έπρεπε να ανοίγει και όχι να κλείνει σχολεία. Αν άνοιγε το σχολείο εδώ, βήμα - βήμα, σταδιακά θα έρχονταν και μαθητές. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θέλουν να ζήσουν εδώ, αλλά πως να το σκεφτείς όταν κλείνουν τα σχολεία, όταν δεν υπάρχουν δουλειές, όταν φεύγουν και οι αγροτικοί γιατροί»...

Επί περίπου ένα χρόνο η μητέρα των παιδιών έχει απευθυνθεί με επιστολές σε όλους τους αρμόδιους: «Εγραψα στην υπουργό την κυρία Κεραμέως, σε βουλευτές. Ολον τον περασμένο χειμώνα έκανα αυτή τη δουλειά. Εχω τηλεφωνήσει πολλές φορές και στο Γραφείο του Πρωθυπουργού, αλλά μου έκλειναν το τηλέφωνο λέγοντάς μου πως «δεν μπορεί ο κάθε πολίτης να απασχολεί τον Πρωθυπουργό>».

Από την πλευρά της η δήμαρχος Γαύδου, Λίλιαν Στεφανάκη επισημαίνει ότι «ο δήμος Γαύδου ενημερώθηκε καθυστερημένα απο την αντιπεριφερειαρχη Παιδειας Κρήτης για το ενδεχόμενο να ανοίξει Γυμνάσιο αφού το θέλει η οικογένεια όπως μας είπε. Στείλαμε το αίτημα στο υπουργείο, παρά την έλλειψη θετικής εισήγησης απο τις υπηρεσίες πρωτοβάθμιας και δευτεροβαθμιας εκπαίδευσης».

Η ίδια συμπληρώνει πως έτσι κι αλλιώς η γνώμη του δήμου δεν είναι δεσμευτική για το υπουργείο. «Το δημοτικο συμβούλιο κατανοώντας τους παιδαγωγικούς λόγους που επικαλείται το υπουργείο και με γνώμονα το καλύτερο μέλλον για τους εφήβους του νησιού μας - με τις παρούσες συνθήκες θεωρεί οτι η Πολιτεία θα πρέπει να θεσπίσει ένα ικανό επίδομα για τα παιδιά εκείνα που εκ των συνθηκών είναι υποχρεωμένα να μετοικήσουν για να ολοκληρώσουν τη βασική υποχρεωτική εκπαίδευση τους».

Τι λέει το υπουργείο

Τις κατηγορίες των δύο βουλευτών της αντιπολίτευσης για έλλειψη ευαισθησίας του υπουργείου για τις ευαίσθητες ακριτικές περιοχές αντέκρουσε η υφυπουργός Παιδείας, Ζέττα Μακρή κατά τη διάρκεια της συζήτησης των σχετικών ερωτήσεων στη Βουλή.

Η ίδια ανέφερε ότι φέτος λειτουργούν 79 Δημοτικά και 267 Νηπιαγωγεία στην επικράτεια με λιγότερους από πέντε μαθητές.

Για την περίπτωση της Γαύδου τόνισε ότι πέρυσι φοιτούσαν δύο μαθητές στο νηπιαγωγείο, δύο μαθητές στο δημοτικό, και υπήρχε και νηπιαγωγός και δασκάλα.

«Αυτό, όμως, ισχύει για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι πολύ διαφορετικά τα πράγματα. Και δύο μαθητές που θα καταστήσουν υποχρεωτική την ίδρυση γυμνασίου στη Γαύδο θεωρείται αντιπαιδαγωγικό. Παιδαγωγικά ισχυρίζονται εκείνοι που γνωρίζουν ότι δεν είναι σωστό. Στην τρέχουσα σχολική χρονιά δεν υπάρχει άλλος μαθητής στο Δημοτικό. Δεν υπάρχει καν η προσδοκία ή το ενδεχόμενο την επόμενη χρονιά να υπάρχει μαθητής, για να συνεχίσει αυτή την τάξη και να υπάρχει και παιδαγωγικά, επαναλαμβάνω, γιατί σε εμάς βαραίνει αυτό πάρα πολύ. Είναι πάρα πολύ ουσιαστικό η συνέχιση και η λειτουργία του γυμνασίου».

Η κυρία Μακρή παραδέχτηκε ότι σε προηγούμενες χρονιές λειτούργησε παράρτημα του Γυμνασίου Σφακίων, από το 2010 έως το 2013 για τέσσερα παιδιά.

Προσέθεσε όμως ότι «η στελέχωση ήταν πάρα πολύ προβληματική, διότι υπάρχει απόσταση, υπάρχει δυσκολία στη συγκοινωνία, υπήρχαν εκπαιδευτικοί που προσλαμβάνονταν ως αναπληρωτές και αρνούνταν να πάνε, άρα δεν ήταν τόσο ανέφελη και τόσο ουσιαστική εκπαιδευτικά η διαδικασία.

Όλοι γνωρίζουμε ότι για τη λειτουργία ενός γυμνασίου χρειάζονται οκτώ με εννέα εκπαιδευτικοί. Υπάρχουν μαθήματα ειδικότητας, δεν μπορούμε να τα παραλείψουμε, καταστρατηγείται το ωρολόγιο πρόγραμμα».

Αναφερόμενη στα κίνητρα προς τους εκπαιδευτικούς είπε ότι υπάρχει διπλή μοριοδότηση εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας για τους εκπαιδευτικούς, που υπηρετούν σε δυσπρόσιτες περιοχές και υπάρχει και επίδομα απομακρυσμένων και παραμεθόριων περιοχών.

Πάντως παρά τις οχλήσεις της οικογένειας, η υφυπουργός Παιδείας ανέφερε ότι δεν διατυπώθηκε από τους φορείς καμμία πρόταση για να γίνει είτε τον διευθυντή της δευτεροβάθμιας ή από τον περιφερειακό διευθυντή εκπαίδευσης. «Καμμία πρόταση δεν ήρθε στο Υπουργείο για τη λειτουργία γυμνασίου εκεί», είπε χαρακτηριστικά.

Οσο για το έγγραφο του δήμου Γαύδου, σημείωσε ότι έφτασε μετά τη λήξη της σχετικής προθεσμίας, αλλά παρόλα αυτά απαντήθηκε και υπεδείχθη η διαδικασία που έπρεπε να ακολουθηθεί. «Από την έρευνα που έχουμε κάνει όμως στο Υπουργείο, ούτε σε εμάς αλλά ούτε και στην αποκεντρωμένη υπηρεσία μας, δηλαδή στη Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Χανίων, στην Περιφερειακή Διεύθυνση Κρήτης έχει γίνει κάποια επαφή, κάποια ενημέρωση, κάποιο έγγραφο, κάποια όχληση».

ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΓαύδοςΓυμνάσιουπουργείο Παιδείαςειδήσεις τώρασχολεία