Δεν βολεύτηκε ποτέ. Δεν δικτυώθηκε, δεν πήγε με τα νερά της εποχής, συνέχισε να σκέφτεται και να πράττει επαναστατικά, να γράφει και να κάνει μουσική με τον δικό του τρόπο. Ο λόγος για τον Γιάννη Μπιλίρη, γνώριμο για την πορεία του με τα Μεθυσμένα Ξωτικά, το μουσικό σχήμα που ξεκίνησε με τα φιλαράκια του κάπου το ‘97 και όντας στο Λύκειο (και οι οποίοι συνεχίζουν να παίζουν με πανκ ροκ και χιπ χοπ νότες και πάντα σε αυτοργανωμένη λογική).
Αυτές τις ημέρες ο Γιάννης Μπιλίρης κυκλοφορεί τον νέο του δίσκο και δεύτερο προσωπικό μετά την «Τρικλοποδιά», που γραφόταν - όπως θα μας πει - για καμιά δεκαετία. Το «Μια ζωή», είναι η πρώτη του προσωπική ραπ δουλειά και ένα ακόμη τάκλιν στα τετριμμένα. Ένας δίσκος με λαογραφικά στοιχεία, που μιλά για την πόλη, τις γειτονιές, και τους ανθρώπους της, το σύστημα, αυτά που μας πνίγουν και τις μικρές πράξεις αντίστασης στην αναζήτηση της σπίθας. «Δεν πειράζει, θα το βρούμε το κουτί με τα σπίρτα» λέει κάπου μέσα στο ομώνυμο τραγούδι.
25 χρόνια μετά τα πρώτα του μουσικά βήματα, μιλά στο ethnos.gr για τον αέανο πειραματισμό του, για το πως ξεφεύγει από τους τίτλους που του έβαλαν και του βάζουν, για τη γειτονιά του το Μπραχάμι, για τη δηθενιά πολλών καλλιτεχνών, για το πόσο εύκολα γράφονται στίχοι αλλά χωρίς ουσία, για τη μουσική που είναι πάντα μέσα του και η προσωπική του διέξοδος. Και όπως λέει «ένας ωραίος τρόπος να ξαφνιάζω και να ξαφνιάζομαι».
«Ο δίσκος ολοκληρώνει μια μεγάλη προσωπική διαδρομή»
Μια ζωή λοιπόν, νέος ολοκληρωμένος δίσκος και δεύτερος προσωπικός σου μετά την «Τρικλοποδιά». Πώς ήρθε αυτός ο δίσκος και τι νιώθεις τώρα που κυκλοφορεί;
«Γενικά είναι χάος το πώς έρχονται τα πράγματα. Κάνω ραπ απ' το πρώτο ντέμο Μεθυσμένα Ξωτικά που κυκλοφόρησε πριν 20 χρόνια. To "Μιά ζωή", που είναι ο πρώτος μου προσωπικός ραπ δίσκος, άρχισε να γράφεται πριν από σχεδόν μια δεκαετία. Κάπου στα μισά αυτής της απόστασης άρχισα να συνεργάζομαι με τον Simph0nik. Μαζί διαμορφώσαμε τις τελικές εκδοχές αυτών των δέκα τραγουδιών και το συνολικό ύφος του δίσκου. Είναι αφιερωμένος στη μνήμη του παιδικού μου φίλου απ' το Λαύριο, του Τάσου Μπαιράκ - Byrock που οι γονείς μας γνωρίστηκαν στο μαιευτήριο όταν γεννηθήκαμε και που λίγο πριν από εκείνο το μοιραίο τροχαίο με είχε βοηθήσει να ηχογραφήσω τα ραπ τραγούδια του ντέμο που προανέφερα».
Υπάρχει λόγος που τον ονόμασες «Μια ζωή»; Υπάρχει κάποιο μήνυμα;
«Είναι όλα αυτά, είναι κι άλλα τόσα που αναφέρονται στα τραγούδια, είναι το εξώφυλλο που μιλά από μόνο του και που για μια ακόμη φορά είναι φωτογραφία που είχε τραβήξει ο πατέρας μου. Είναι πολλοί οι λόγοι».
Στην «Τρικλοποδιά» είδαμε έναν πιο προσωπικό Γιάννη, στο «Μια ζωή» τα τραγούδια μιλούν πολύ για την εκμετάλλευση, την εξουσία, το σύστημα. Θα έλεγες ότι είναι πιο καταγγελτικός;
«Το "Τρικλοποδιά", που και πάλι ο τίτλος του δεν είναι τυχαίος, ήταν ένας δίσκος τομή. Έπαψα να είμαι αυτό που "έπρεπε" με βάση τα στάνταρτς που ο περίγυρος μου έθετε. Μιλάω γι' αυτό σε ένα κομμάτι του δίσκου με τίτλο "Τα 3 μπι"(...τους κολλημένους κάθε φάσης δε χάιδεψα ποτέ, γλείφουν τη ζάχαρη κι αφήνουν άθικτο τον κουραμπιέ...με είδαν να χορεύω, να τραγουδώ, και φάγαν οι μαλάκες τον αντιπερισπασμό).
Κι έτσι μετά το "Τρικλοποδιά" έφτιαξα έναν δίσκο Μεθυσμένα Ξωτικά με αμιγώς πανκ ροκ περιεχόμενο, το "Ανκόρ", και τώρα έναν αμιγώς ραπ δίσκο που νιώθω πως ολοκληρώνει μια μεγάλη προσωπική διαδρομή και με βάζει σε μια διαδικασία πρωτόγνωρη. Νιώθω κάπως μια ολοκλήρωση, και είναι η πρώτη φορά που τα μελλοντικά μου καλλιτεχνικά σχέδια δεν τα βιώνω με όρους κατεπείγοντως.
Παρόλο που στο πέρασμα των χρόνων κάνω διάφορα, και καμιά φορά αρκετά ετερόκλητα, δεν βιώνω τα πράγματα αποκομμένα. Οι τρεις δίσκοι που ανέφερα κυκλοφόρησαν μέσα σε μια εξαετία, δουλεύονταν παράλληλα, και τους νιώθω όλους κομμάτι μου».
Βέβαια και στο νέο δίσκο βλέπουμε προσωπικά στοιχεία πολύ. Από την γειτονιά σου έως και το πως μπορείς και βγάζεις την μουσική σου. «Και τα λεφτά που παίρνω γίνονται ηχογραφήματα» γράφεις. Πόσο δύσκολο είναι για σένα να δουλεύεις για να κάνεις την τέχνη σου; Η' το προτιμάς ότι δεν χρειάζεται να βιοπορίζεσαι από αυτό και έτσι νιώθεις πιο ελεύθερος;
«Όπως το λες είναι, υπάρχουν θετικά και αρνητικά. Το ότι δεν το κάνω επαγγελματικά με έχει προστατέψει από πολλά από αυτά που σιχαίνομαι, αλλά με έχει δυσκολέψει σε άλλα όπως χρόνος, χρήμα κλπ. Από πολύ νωρίς κατάλαβα πως αυτό που κάνω επηρεάζει σημαντικά κι εμένα αλλά και τη δημόσια σφαίρα, και ακόμα ψάχνω το ιδανικό μπάλανς, ώστε να μην το χαραμίζω. Δεν είχα ποτέ ελιτίστικη προσέγγιση, δεν έκανα ποτέ τέχνη για την τέχνη. Πάντα έψαχνα τρόπους να παρεμβαίνω και να έχω αμφίδρομη επικοινωνία με όσο το δυνατόν μεγαλύτερα ακροατήρια. Είναι εύκολο να βολεύεσαι σε ένα πολιτικά ορθό safe zone, αλλά αυτό μπορεί σε βάθος χρόνου να λειτουργήσει πολύ ασφυκτικά για τις εκφραστικές σου και όχι μόνο δυνατότητες».
Ποικιλομορφία και στο «Μια ζωή». Υπάρχει άραγε είδος που δεν έχει και θα ήθελες να καταπιαστείς στο μέλλον;
«Έχει ενδιαφέρον ο συνδυασμός του ελληνικού στίχου με τον ηλεκτρονικό ήχο και τη χορευτική μουσική, ειδικά όταν αυτό παίζεται και με μπάντα, και όταν δεν γίνεται με τον όψιμο τρόπο της ξεπατικοτούρας ξένων επιτυχιών και της άγαρμπης μετάφρασης-λογοκλοπής».
Δεν κρύβεσαι καθόλου στους στίχους σου, τα λες έξω από τα δόντια. Πρέπει οι καλλιτέχνες να μιλάνε;
«Όπως λέω και σε ένα εκτός δίσκου: ‘’Αν έχω κάτι να πω τότε θα κάτσω να γράψω, αν είναι για να δειχτώ θα προτιμήσω ν' αράξω…’’. Πρέπει να μιλάνε και οι καλλιτέχνες, αλλά έχοντας ένα μίνιμουμ βάρος γνώμης και μια στοιχειώδη συνέπεια λόγων και έργων. Στην εποχή μας νιώθω πως έχει παραγίνει λίγο κι αυτή η δηθενιά, που ο καθένας δηλώνει παρών τοποθετούμενος για κάθε viral ζήτημα της επικαιρότητας. Αν μίλαγαν και έπρατταν με ουσιαστικότερο τρόπο οι υπόλοιποι, ίσως οι καλλιτέχνες να μπορούσαν να ασχοληθούν περισσότερο με την επέκταση της πραγματικότητας και λιγότερο με την περιγραφή της».
Ο νέος δίσκος έχει πολύ Μπραχάμι, τι σημαίνει για σένα αυτή η γειτονιά;
«Σημαίνει πολλά. Δεν θέλω βέβαια να ωραιοποιώ ούτε να εξιδανικεύω, και με το πέρασμα των χρόνων με κουράζουν και τα στραβά που έχει κάθε λαϊκή γειτονιά του σήμερα. Έχω αναδείξει μέρη και ανθρώπους της μέσα στο δίσκο. Έχει έντονα στοιχεία λαογραφίας αυτό που κάνω. Δυστυχώς δεν υπάρχουν πολλοί στις γειτονιές που να το κάνουν αυτό πλέον. Γράφονται στίχοι με το τσουβάλι αλλά η ουσία πέφτει με το σταγονόμετρο και οι γειτονιές διψάνε».
Το περίμενες όταν ξεκινούσες με τα Μεθυσμένα Ξωτικά ότι θα κάνατε και θα έκανες ακόμα μουσική;
«Είχα ερωτηθεί πριν 25 χρόνια στην πρώτη μας συνέντευξη και είχα πει πως αυτό θέλω να κάνω στη ζωή μου. Τότε βέβαια πίστευα πως θα βιοποριζόμασταν κιόλας από αυτό και θα του δίναμε όλο μας το είναι. Στη συνέχεια τα πολιτικά σκηνικά έγιναν τόσο έντονα που μας οδήγησαν στο να το τραβήξουμε στα άκρα και να το πάμε τελείως αντιεμπορευματικά. Δεν περίμενα ότι θα συνεχίζαμε κόντρα σε όλες τις αντιξοότητες να κουβαλάμε μια φάση την οποία πλέον λίγοι αντιλαμβάνονται και εκτιμάνε στο πραγματικό πολιτικό και καλλιτεχνικό της βάθος. Δεν περίμενα όμως ούτε ότι θα αποκτούσε τόσο έντονη σημασία αυτό που κάνουμε, όντας απ' τα ελάχιστα εναπομείναντα με αυτή την ιδιαίτερη μαχητική λογική. Δεν περίμενα ότι θα έφτανα στο σημείο να συνεχίζω να σκέφτομαι και να πράττω επαναστατικά μπροστά σε ένα κοινό που στην πλειονότητα του με βιώνει και με αντιμετωπίζει σαν έναν ακόμη εναλλακτικό διασκεδαστή».
«Συνεχίζω να γράφω στρατευμένα»
Σου λείπει κάτι από την περίοδο που πρωτοξεκινούσες την μουσική σου πορεία;
«Μου λείπει ο κόσμος πριν τα social media».
Τι σε ενεργοποιεί να γράφεις, να φτιάχνεις και να παίζεις μουσική; Είναι η ίδια ανάγκη με παλιά ή έχει αλλάξει;
«Συνεχίζω να γράφω στρατευμένα αλλά με έναν πιο διευρυμένο και "my war" τρόπο. Πλέον θεωρώ πως τα στρατόπεδα είναι πιο ανάμικτα και μπερδεμένα απ' ότι ήταν στο παρελθόν ή απ' οτι εγώ πίστευα πως ήταν. Ταυτόχρονα είναι μια προσωπική διέξοδος και μια δημιουργική αυτοψυχοθεραπεία. Είναι κι ένας ωραίος τρόπος να ξαφνιάζω και να ξαφνιάζομαι».
Είσαι δεκαετίες πια στην μουσική και παράγεις. Κάθε φορά που τελειώνεις ένα δίσκο σου, σκέφτεσαι ποτέ «κουράστηκα θέλω ένα διάλειμμα από όλο αυτό»;
«Κοίτα. Η εποχή είναι τέτοια που αν δεν πας με τα νερά της σε εξαφανίζει, αν δεν μιλάς όπως και για ό,τι θέλει το κατευθυνόμενο κοινό, αν δεν γίνεις και λίγο καραγκιοζάκος, αν δεν είσαι φουλ δημοσιοσχετίστας και δικτυωμένος που και καλά δεν το επιδιώκεις κιόλας όλο αυτό κλπ. Το να κάνεις ό,τι μπορείς, ακόμα και για την τιμή των όπλων, όσο μικρά κι αν είναι τα χτυπήματα που προκαλεί η δράση σου, είναι κάτι σημαντικό και σε κρατάει και σε φόρμα. Αν παραιτηθείς τα πράγματα μόνο δυσκολότερα μπορούν να γίνουν. Όπως στην ταινία του Νικολαΐδη τη "Γλυκιά Συμμορία". Οι μπάτσοι τους έχουν μακελέψει και έχουν ήδη μπει μέσα, αλλά τα τελευταία τους λόγια ενώ ξεψυχάνε είναι… "μην τους αφήσεις να μπούνε μέσα"».
Σταματά ποτέ η μουσική ποτέ για έναν μουσικό;
«Είναι όλα μουσική, αλλά και οι μουσικοί έχουν ψυχή».
Και τώρα που τελείωσε το «Μια ζωή», σκέφτεσαι κάτι επόμενο;
«Έχω υλικό με το οποίο θα μπορούσα να ξανακλειστώ στο στούντιο ακόμη και αύριο, αλλά όπως είπα και νωρίτερα δεν παίζει σε αυτή τη φάση η πρεμούρα του σώνει και ντε ή του κατεπείγον».
Πριν λίγες ημέρες έγινε η παρουσίαση του δίσκου; Τι έχει για μετά; Πού θα σε δούμε;
«Οι δύο πρώτες ζωντανές παρουσιάσεις ανακοινώθηκαν με την κυκλοφορία του δίσκου. Η πρώτη ήταν σόλο ραπ και έγινε σε μια πλατεία που κουβαλά άπειρες ιστορίες. Ήθελα να βγει στο δρόμο το υλικό κυριολεκτικά, στο φυσικό του περιβάλλον, σπάζοντας την κρατική προσπάθεια αφανισμού των ανεξάρτητων εξωτερικών συναυλιών και των καλλιτεχνο-εφοπλιστο-μονοπολίων. Ήταν φοβερό σκηνικό να παίζουν τα βίντεο πίσω μου και να τραγουδάω εκεί, μαζί με τον κόσμο, αυτά τα τραγούδια, για πρώτη φορά.
Η δεύτερη παρουσίαση θα παιχτεί full band. Θα είναι στο Ίλιον Plus, και θα είναι το πολυπόθητο comeback της προσωπικής μου μπάντας που αποτελείται απ' τους: Adam Zatse (κιθάρα), Θανάση Γιαννίτσα (μπάσο), Πάνο Γεωργακόπουλο (τύμπανα).
Στα μελλοντικά πλάνα.. πολλές συναυλίες, ζωντανή οπτικοακουστική καταγραφή ολόκληρου του δίσκου στη μπαντίσια του εκδοχή (και κυκλοφορία αυτής της καταγραφής), πειραματισμός με νέο υλικό, και χώρο γενικά στο απρόβλεπτο».