Απόψεις|03.10.2023 06:00

Στεγαστική Πολιτική: Πώς η αξιοποίηση των 900.000 «ορφανών ακινήτων» μπορεί να αναχαιτίσει τα ενοίκια - 4+1 προτάσεις

Θεμιστοκλής-Ανδρέας Μπάκας

Το κόστος στέγασης προβληματίζει πλέον το σύνολο των χωρών της Ευρώπης. Σύμφωνα με την Eurostat , μεταξύ του 2010 και του πρώτου τριμήνου του 2021, τα ενοίκια αυξήθηκαν κατά 15,3% στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Πολλές χώρες της Ευρώπης εφαρμόζουν διευρυμένες πολιτικές στέγασης δημιουργώντας κοινωνικές κατοικίες εδώ και δεκαετίες, ενώ λόγω των συνθηκών που διαμορφώθηκαν ιδιαίτερα από το 2018-2019, έχουν προβεί σε υιοθέτηση νέων μέτρων με στόχο την αναχαίτιση του κόστους στέγασης.

Παράλληλα, εκτός των νέων στεγαστικών πολιτικών που εφαρμόζουν, επέβαλαν πλαφόν στις αυξήσεις των ενοικίων λόγω ραγδαίας αύξησης του πληθωρισμού και παράλληλα ενέταξαν νέα σχέδια στεγαστικής πολιτικής στο Ταμείο Ανάκαμψης. Στη χώρα μας η συσσωρευτική αύξηση των ενοικίων από το 2018 έως και το 2022, κυμάνθηκε από 37,2% έως και 42,1% αν αφορά κατοικία κατάλληλη για οικογένεια. Υψηλότερες αυξήσεις, καταγράφονται κυρίως σε μικρότερα ακίνητα κατάλληλα για φοιτητές. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιευμένα στοιχεία, οι ζητούμενες τιμές μίσθωσης φοιτητικής κατοικίας αυξήθηκαν κατά 53% στην Αθήνα και στη Πάτρα όπου καταγράφεται η 2η μεγαλύτερη αύξηση το 49,23% . Το 2022, η αύξηση των ζητούμενων μισθωμάτων κυμάνθηκε μεσοσταθμικά στο 10%, από 3% έως 7% που καταγράφηκε το 2021. Ενώ, το τρέχον έτος αναμένονται νέες αυξήσεις μεσοσταθμικά της τάξεως του 6%-10%.
Το κόστος στέγασης στην Ελλάδα έχει εκτιναχθεί σε τέτοια επίπεδα που αγγίζει το 60%-70% του μέσου μηνιαίου μισθού και αν πρόκειται για οικογενειακή κατοικία το σύνολο ενός «καλού» μισθού. Μεγάλο μέρος των συμπολιτών μας αναγκάζεται να κάνει περικοπές ακόμη και σε βασικές ανάγκες του. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, το 76,9% των ενοικιαστών, εφόσον πληρώσουν τα έξοδα του σπιτιού, κάνει περικοπές στα βασικά αγαθά ή λαμβάνει οικονομική βοήθεια από τρίτους.

Σύμφωνα με την Eurostat, η χώρα μας είναι πρωταθλήτρια στο κόστος στέγασης στο σύνολο των χωρών της Ευρωζώνης, τόσο για όσους ζουν στα αστικά κέντρα όσο και για εκείνους που ζουν σε αγροτικές περιοχές. Παράλληλα, το 36,9% των Ελλήνων ζουν σε νοικοκυριά με καθυστερήσεις σε στεγαστικά δάνεια, ενοίκια ή λογαριασμούς κοινής ωφέλειας. Οι καθυστερήσεις σε λογαριασμούς στεγαστικών δανείων, ενοικίων ή υπηρεσιών κοινής ωφέλειας είναι μια άλλη ένδειξη ότι το κόστος στέγασης μπορεί να είναι πολύ υψηλό.
Το τελευταίο διάστημα στο επίκεντρο των συζητήσεων έχει τεθεί ο μεγάλος αριθμός κενών οικιστικών ακινήτων στη χώρα μας. Γεγονός που για πολλούς συνηγορεί στην ραγδαία αύξηση των ζητούμενων μισθωμάτων που καταγράφεται ιδιαίτερα τα τελευταία 4-5 χρόνια.

Σύμφωνα με στοιχεία που είχε αρχικά δημοσιεύσει ο υπουργός επικρατείας Άκης Σκέρτσος, 750.000 ακίνητα δηλώνονται στην ΑΑΔΕ ως κενά/κλειστά, ενώ με βάση τα πρόσφατα στοιχεία από τις φορολογικές αρχές αναφέρουν πως τα κλειστά και χωρίς ηλεκτροδότηση ακίνητα μπορεί να φτάνουν και τις 900.000 (15% επί του συνόλου).

Αυτό που δεν μπορούμε να γνωρίζουμε είναι αν τα κενά οικιστικά ακίνητα, αρχικά, είναι κατάλληλα προς μίσθωση ή πρόκειται για παλιά ακίνητα που απαιτούν σημαντικές ανακαινίσεις προκειμένου να καταστούν και πάλι λειτουργικά.Παράλληλα, θα πρέπει να τονίσουμε ότι μεγάλο μέρος των ακινήτων, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα υπάρχει μεγάλο πρόβλημα με την πολυϊδιοκτησία και την ύπαρξη πολλών κληρονόμων που σε μεγάλο ποσοστό δεν συμφωνούν μεταξύ τους. Επιπλέον, δεν πρέπει να «αγνοούμε» και τα ακίνητα αγνώστου ιδιοκτήτη που θα προκύψουν, όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 του Ν. 2664/1998 για το Εθνικό Κτηματολόγιο και θα περιέλθουν στο Ελληνικό Δημόσιο.

4+1 Προτάσεις για την αξιοποίηση των κενών κατοικιών:

1) Φορολόγηση των κενών κατοικήσιμων οικιστικών ακινήτων με απαλλαγή στην περίπτωση κατοίκησης τους.

Το μέτρο έχει εφαρμοστεί στη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, το Ισραήλ, στην Ιρλανδία και στις πολιτείες Βανκούβερ και Όκλαντ του Καναδά, με μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα την αύξηση της διαθεσιμότητας ακινήτων προς ενοικίαση. Το άνωθεν μέτρο θα μπορούσε να υιοθετηθεί στη χώρας αποκλειστικά στις «πιεσμένες» περιοχές.
Σε χώρες της Ε.Ε, περιοχές «πιεσμένες» χαρακτηρίζονται οι περιοχές που οι μέσες τιμές ενοικίασης έχουν αυξηθεί κατά 5% περισσότερο από τον πληθωρισμό τα προηγούμενα πέντε χρόνια ή οι μέσες τιμές ενοικίασης συνολικά έχουν υπερβεί το 30% του μέσου εισοδήματος των νοικοκυριών στην περιοχή.

2) Μηδενικός φόρος ή έκπτωση φόρου κατά 50% στα εισοδήματα από ενοίκια

Σήμερα από τα «κλειστά» ακίνητα, το δημόσιο και κατ΄επέκταση ο ιδιοκτήτης δεν εισπράττουν εισοδήματα. Η έκπτωση φόρου κατά 50% ή ακόμη καλύτερα ο μηδενικός φόρος, θα αποτελέσει κίνητρο για τους ιδιοκτήτες που θα «βγάλουν» στην αγορά κατοικίες που μέχρι πρότινος δεν τις διέθεταν προς ενοικίαση. Θα μπορούσε να αφορά κατοικίες που είναι «κλειστές» τουλάχιστον 18-24 μήνες.

Ο μηδενικός φορολογικός συντελεστής ή η έκπτωση φόρου κατά 50% στα εισοδήματα, να αποτελεί μέτρο για τα επόμενα τρία χρόνια σε μακροχρόνιες συμβατικές μισθώσεις - όχι μικρότερες της τριετής διάρκειας.
Το άνωθεν μέτρο δεν επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό.

3) Φορολογικά και χρηματοδοτικά κίνητρα σε ιδιοκτήτες ακινήτων που χαρακτηρίζονται ως υποβαθμισμένα – εγκαταλελειμμένα.

Η πόλη της Ρίγας (Λετονία) θέσπισε έναν κανονισμό για την αύξηση του φόρου ιδιοκτησίας μέχρι και 10-15 φορές υψηλότερο σε κτίρια που χαρακτηρίζονται ως υποβαθμισμένα, για να ενθαρρύνουν την αποκατάστασή τους. Για το σκοπό αυτό, ίδρυσαν την Επιτροπή Επιθεώρησης Υποβαθμισμένων Κτιρίων (Commission for the Inspection of Degraded Buildings).

Η απειλή των φορολογικών αυξήσεων στη Ρήγα οδήγησε σε σημαντικές δραστηριότητες ανακαίνισης. Το άνωθεν μέτρο στη χώρα μας θα μπορούσε να λειτουργήσει συνδικάστηκα με τη παροχή φορολογικών κινήτρων για τους ιδιοκτήτες καθώς και προγραμμάτων χρηματοδότησης για να ενθαρρύνει την αποκατάσταση των κενών κατοικιών για την ενίσχυση της παροχής προσιτής στέγασης.

4) Αξιοποίηση των αδήλωτων ακινήτων– αγνώστου ιδιοκτήτη που θα προκύψουν, όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 του Ν. 2664/1998 για το Εθνικό Κτηματολόγιο και θα περιέλθουν στο Ελληνικό Δημόσιο, καθώς και των ακινήτων της τοπικής αυτοδιοίκησης που δεν χρησιμοποιούνται.

Η αξιοποίηση μπορεί να πραγματοποιεί με τον κάτωθι τρόπο:

  • Να εκχωρηθούν τα ακίνητα στον νέο οργανισμό στεγαστικής πολιτικής που θα δημιουργήσει το Ελληνικό Δημόσιο
  • Ο νέος οργανισμός θα προκηρύξει διαγωνισμό μακροχρόνιας εκμετάλλευσης (με ή χωρίς κόστος μίσθωσης – ανάλογα με το είδος του ακινήτου) των ακινήτων σε ιδιώτες επενδυτές με την υποχρέωση να ανακαινιστούν πλήρως σύμφωνα με τις προδιαγραφές του οργανισμού του δημοσίου. Τα τετραφωνικά μέτρα που θα προκύψουν, είτε θα προσφέρονται «δεσμευτικά» προς μακροχρόνια μίσθωση με προσιτό ενοίκιο και θα αποτελεί έσοδο του επενδυτή ή ένα μέρος των τετραγωνικών μέτρων (πχ. το 30%) θα ανήκει στη διαχείριση του οργανισμού του ελληνικού δημοσίου.
  • Ανάλογα με τη πρόταση του ιδιώτη επενδυτή, μετά από 10-15 χρόνια, μπορεί να δίνετε η δυνατότητα στον οργανισμό του Δημοσίου να εισπράττει μέρος των εσόδων ώστε να τα χρησιμοποιεί σε επιδόματα στέγασης σε ευπαθείς ομάδες και νέα ζευγάρια.
  • Δηλαδή, με βάση την άνωθεν πρόταση, έχουμε τη δυνατότητα να ανακαινίσουμε δωρεάν τα ακίνητα του Ελληνικού Δημοσίου, να αυξήσουμε δωρεάν τις αξίες των ακινήτων του Δημοσίου (εγγραφή των αξιών στους ισολογισμούς) και να στεγάσουμε με προσιτό ενοίκιο τον κόσμο που έχει ανάγκη. Εισπράττοντας ταυτόχρονα εισοδήματα για να παρέχουμε στήριξη μέσω επιδομάτων σ΄όσους δεν μπορούν να ενταχθούν ή/και βρίσκονται σε λίστα αναμονής.
  • Το άνωθεν μέτρο δεν επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό.

5) Ακίνητα αδόμητα και δομημένα του Δημοσίου τομέα.

Αξιοποίηση των ακινήτων μέσω διαγωνισμού για την ανέγερση κατοικιών όχι με τη μέθοδο της αντιπαροχής που ουσιαστικά είναι έμμεσος τρόπος πώλησης, αλλά με δικαίωμα επιφανείας.

Ουσιαστικά, παραχωρούμε στους ιδιώτες επενδυτές ένα επιφανειακό δικαίωμα σε ακίνητα που ανήκουν στο δημόσιο τομέα, και οι επενδυτές αναλαμβάνουν να χτίσουν/ανακαινίσουν τα ακίνητα και να διαθέσουν το 30%-40% των διαθέσιμων οικιστικών μονάδων με προσιτά ενοίκια. 

Κατά την διάρκεια του δικαιώματος επιφανείας, το υπόλοιπο 60% -70% των οικιστικών μονάδων μπορεί να νοικιαστεί εξ ολοκλήρου σε αγοραίες τιμές, ενώ παρέχει τη δυνατότητα στον επενδυτή να πουλήσει το δικαίωμα επιφανείας σε τρίτο – για προκαθορισμός χρονικό διάστημα.

Με βάση την άνωθεν πρόταση, το Ελληνικό Δημόσιο δεν χάνει την ιδιοκτησία των ακινήτων του, ενώ το άνωθεν μέτρο δεν επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό.

Η γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση στις 20/2/2020 της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (Καθολική πρόσβαση σε στέγαση αξιοπρεπή, βιώσιμη και οικονομικά προσιτή σε μακροπρόθεσμη βάση) με εισηγητή τον Raymond HENCKS , οι στεγαστικές πολιτικές των κρατών μελών δεν μπορούν να περιορίζονται στο αποκλειστικό στόχο να βοηθήσουν τα ευάλωτα άτομα να βάλουν «ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους», πρέπει να μεριμνούν για την προσαρμογή της κατοικίας στην κατάσταση της οικογένειας και για τη βελτίωση της ποιότητας της κατοικίας, ιδίως μέσω της αναβάθμισης των υφιστάμενων κατοικιών, δηλαδή να εξασφαλίζουν αξιοπρεπή και προσιτή στέγη σε όλους τους πολίτες, εκεί όπου διαπιστώνονται τόσο ποσοτικές όσο και ποιοτικές ανάγκες.

Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών (UN-Habitat) για το δικαίωμα στη στέγαση

Ο καθένας έχει ένα θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα στη στέγαση, το οποίο διασφαλίζει την πρόσβαση σε ένα ασφαλές, κατοικήσιμο και οικονομικά προσιτό σπίτι. Η στέγαση είναι κάτι περισσότερο από μια στέγη, είναι η ευκαιρία για καλύτερες ζωές και καλύτερο μέλλον.
Μέχρι το 2030, το UN-Habitat υπολογίζει ότι 3 δισεκατομμύρια άνθρωποι, περίπου το 40% του παγκόσμιου πληθυσμού, θα χρειάζονται πρόσβαση σε επαρκή στέγαση. Αυτό μεταφράζεται σε ζήτηση για 96.000 νέες προσιτές και προσβάσιμες κατοικίες κάθε μέρα.
Ανάγκη για ένα ολοκληρωμένο σχέδιο στεγαστικής πολιτικής με διεύρυνση των δικαιούχων

Στη χώρα μας, ο πληθωρισμός στα τρόφιμα και τα είδη πρώτης ανάγκης, η αύξηση του κόστους κατασκευής που πιέζει αυξητικά τις τιμές πώλησης, η αύξηση των επιτοκίων στεγαστικών δανείων, η ραγδαία αύξηση των ενοικίων, το κόστος ενέργειας και γενικότερα η αύξηση του κόστους διαβίωσης, συρρικνώνει τα διαθέσιμα εισοδήματα.

Απαιτείται να λάβουμε σοβαρά υπόψη και να κατανοήσουμε ότι το προσαυξημένο κόστος στέγασης δεν αφορά πλέον αποκλειστικά τα κατώτερα οικονομικά στρώματα που βρίσκονται κοντά στον κίνδυνο φτώχειας ή/τα ευάλωτα οικονομικά νοικοκυριά ή μόνο τους νέους ηλικιακά, πλήττει και άτομα των οποίων τα εισοδήματα είναι, αφενός υψηλότερα, αφετέρου όμως, πολύ χαμηλά για να μπορούν να στεγαστούν υπό τις συνθήκες της ιδιωτικής αγοράς.

Οι οικονομικές προκλήσεις στη παγκόσμια κοινότητα καθώς και στη χώρα μας βρίσκονται προ των πυλών και απαιτούνται άμεσα διευρυμένες πολιτικές στέγασης, πολιτικές με διεύρυνση των δικαιούχων, με στόχο την αναχαίτηση του κόστους την επόμενη ημέρα και τη προσβασιμότητα σε αγορά κατοικίας, αλλά, παράλληλα και πολιτικές με υλοποίηση 2-3 ετών, που θα στοχεύουν στην εξάλειψη ιδίων δεδομένων στο μέλλον, καθώς και μέτρα που θα «προστατεύουν» την ιδιοκτησία υπό συνθήκες μη υγιούς οικονομικού περιβάλλοντος.
Μη ξεχνάμε ότι η χώρα μας είναι από τις λίγες χώρες της Ε.Ε που δεν διαθέτει κοινωνικές κατοικίες (όχι εργατικές).Η κοινωνική κατοικία αντιπροσωπεύει μορφές παρεμβάσεων- κατασκευή, ρυθμιστικά μέτρα κλπ., της εθνικής κυβέρνησης ή/και των τοπικών αρχών στην αγορά κατοικίας προκειμένου να εξασφαλιστεί η πρόσβαση όλων. Η παροχή της στέγης αποτελεί υποχρέωση της πολιτείας και υπάγεται στον τομέα της κρατικής κοινωνικής πολιτικής.

ειδήσεις τώραακίνηταστέγασηενοίκια